Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2010

Οι τράπεζες, το καλάθι της νοικοκυράς και η ψυχολογία.
Του Σαράντου Λέκκα
Η χρηματοοικονομική κατάσταση των νοικοκυριών καθορίζει εν πολλοίς την ομαλή ή όχι αποπληρωμή των υποχρεώσεων που έχουν αναλάβει έναντι τρίτων.Ειδικά το διαθέσιμο εισόδημά τους είναι καθοριστικός παράγοντας αθέτησης ή όχι των συμφωνιών που έχουν πραγματοποιήσει.Στη βάση αυτή η δημοσιονομική κατάσταση μιας οικονομίας προσδιορίζει όρους βελτίωσης ή χειροτέρευσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης των νοικοκυριών και κατ’ επέκταση του διαθέσιμου εισοδήματος των φυσικών προσώπων.Η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας μας είναι γνωστή.Η επιστροφή στη δημοσιονομική ορθοδοξία περνά από την αύξηση των εσόδων, δηλαδή μέσω της αύξησης των φόρων και από τη μείωση των δαπανών δηλαδή μέσω αυστηρής εισοδηματικής πολιτικής.Επίσης η υφεσιακή κατάσταση αλλοιώνει τους εργασιακούς όρους είτε μερικώς μέσω της υποαπασχόλησης είτε ολικώς μέσω των απολύσεων.Η ανεργία στην Ελλάδα παίρνει πρωτόγνωρες διαστάσεις ενισχύοντας την αβεβαιότητα των ελληνικών νοικοκυριών.Το πλαίσιο που περιγράψαμε έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των ελληνικών νοικοκυριών, κάτι που οδηγεί στην αθέτηση υποχρεώσεων που έχουν λάβει μέσω δανείων (στεγαστικών -καταναλωτικών - προσωπικών) από τις τράπεζες.Οι καθυστερήσεις στην αποπληρωμή των υποχρεώσεων ή η παύση των πληρωμών έχουν αυξήσει τα μη εξυπηρετούμενα προβληματικά δάνεια και φυσικά τις προβλέψεις των τραπεζών.Η αύξηση των προβλέψεων οδηγεί σε λιγότερα κέρδη ή σε καθόλου κέρδη, πράγμα που σημαίνει ότι πλήττεται ευθέως η χρηματοοικονομική κατάσταση των τραπεζών.Η αλληλοσύνδεση της πραγματικής με τη χρηματική οικονομία είναι περισσότερο εμφανής σε περιόδους χρηματοοικονομικών κρίσεων, δεδομένου ότι σε χαλαρές περιόδους υψηλής ρευστότητας και μικρού κόστους χρήματος η ευφορία που δημιουργείται καλύπτει περίτεχνα πτυχές της παγκοσμιοποίησης.Η κακή δημοσιονομική κατάσταση της χώρας και η ανάγκη κάλυψης των ελλειμμάτων έχει οδηγήσει στην αύξηση του κόστους χρήματος για ολόκληρη την οικονομία.Οταν η μείωση της αξιοπιστίας της χώρας αυξάνει τα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, τότε είναι φυσικό η αύξηση του κόστους χρήματος να περάσει στις τράπεζες, στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις.Αύξηση του κόστος αποπληρωμής των υποχρεώσεων έναντι των τραπεζών σε συνδυασμό με τη συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα αυξήσει τα μη εξυπηρετούμενα τραπεζικά δάνεια. Πέρα από τις επιπτώσεις της άσχημης δημοσιονομικής και οικονομικής συγκυρίας στην ομαλή αποπληρωμή των δανειακών υποχρεώσεων, αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα προέλθει και μέσα από τη νομοθετική παρέμβαση για τη ρύθμιση φυσικών και νομικών προσώπων και δει στο τμήμα που αφορά τις ενήμερες οφειλές και στην εφεξής δυνατότητα περιόδου χάριτος ενός έτους, χωρίς καταβολή τόκων και κεφαλαίου ή διετούς αναστολής χρεολυσιών ή τριετούς παράτασης αποπληρωμής του δανείου, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.Πολλοί εστιάζουν μόνο στην παράμετρο μείωσης των κερδών των τραπεζών από την αύξηση των προβλέψεων από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.Ο εστιασμός αυτός είναι λάθος και άκρως λαϊκίστικος, διότι κάθε νόμισμα έχει δύο πλευρές.Η δεύτερη πλευρά από την αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι το κλείσιμο της στρόφιγγας ή η αυστηροποίηση των όρων χορήγησης νέων δανείων, κάτι που θα δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα, ειδικά στον αναπτυξιακό τομέα της πραγματικής οικονομίας.Είναι φυσικό οι τράπεζες να παρουσιασθούν διστακτικές σε νέες χρηματοδοτήσεις όταν το οικονομικό και πιστωτικό περιβάλλον είναι αρνητικό, όπως και οι ιδιώτες και οι επιχειρήσεις είναι εξίσου διστακτικές να ζητήσουν δάνεια όταν η χρηματοοικονομική κατάστασή τους χειροτερεύει. Χωρίς πίστη για το αύριο και χωρίς αισιόδοξες προοπτικές το μέλλον θα είναι ζοφερό.Αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους, διότι το να δημιουργούμε εσωτερικούς εχθρούς και να μεταφέρει ευθύνες ο ένας στον άλλον, το δημοσιονομικό και αναπτυξιακό πρόβλημα της χώρας δεν πρόκυπτε να επιλυθεί.Η οικονομία είναι ψυχολογία. Οσο η ψυχολογία θα είναι χαμηλή ή ανύπαρκτη τότε η αντιμετώπιση των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας δεν θα είναι ούτε χρονικά ούτε ποιοτικά εφικτή.
Ο κ. Σαράντος Λέκκας είναι οικονομολόγος.
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 28/2/2010).

Δεν υπάρχουν σχόλια: