Κυριακή 29 Ιουνίου 2008

Μετρώντας τις πληγές της πιστωτικής κρίσης.
Του Σαρ. Λέκκα.
Εναν χρόνο μετά την έναρξη της πιστωτικής κρίσης, οι τράπεζες σε διεθνές επίπεδο προσπαθούν να διαχειρισθούν τις επιπτώσεις της κρίσης τόσο σε οικονομικό όσο και σε επίπεδο αποκατάστασης της φήμης τους.Εναν χρόνο μετά ο απολογισμός των συνολικών ζημιών φθάνει τα 379,2 δισ. δολάρια.Πρωταθλητές στις ζημιές έχουν αποκηρυχθεί η Citigroup με ζημιές της τάξεως των 42,9 δισ. δολαρίων, η UBS με ζημιές της τάξεως των 38,2 δισ. δολαρίων και η Merrill Lynch με ζημιές της τάξεως των 37 δισ. δολαρίων.Βέβαια αυτές οι ζημιές καταγράφουν τη σημερινή κατάσταση, διότι οι προβλέψεις για το συνολικό κόστος της πιστωτικής κρίσης, σύμφωνα με τους διεθνείς οργανισμούς, θα είναι πολλαπλάσιες.Συγκεκριμένα με τα στοιχεία που έχουν αποτιμηθεί έναν χρόνο μετά την έναρξη της κρίσης ο ΟΟΣΑ ομιλεί για συνολικές ζημιές της τάξεως των 887 δισ. δολαρίων, το ΔΝΤ για ζημιές της τάξεως των 945 δισ. δολαρίων, ενώ υπάρχουν και ακραίες εκτιμήσεις για συνολικές ζημιές της τάξεως των 1,3 τρισ. δολαρίων.Οποιο και εάν είναι το τελικό κόστος, το βέβαιο είναι ότι θα χρειασθούν επίμονες προσπάθειες από τους επικεφαλής των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων για να εξυγιανθούν οι ισολογισμοί τους.Αυτή τη στιγμή οι διαγραφές επισφαλών απαιτήσεων οδηγούν στη μείωση των ιδίων κεφαλαίων και στη μείωση της κεφαλαιακής επάρκειας.Αυτή η διάσταση αντιμετωπίζεται με αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου.Η αναζήτηση κεφαλαίων επιτεύχθηκε με τη δημόσια χρηματοδότηση διαφόρων κρατών όπως από τα κρατικά επενδυτικά κεφάλαια της Σιγκαπούρης, του Κουβέιτ, της Κίνας και άλλων κρατών κυρίως της Αραβικής Χερσονήσου.Αρκετά κρατικά επενδυτικά ταμεία, κυρίως πετρελαιοπαραγωγών χωρών, έχουν εισέλθει στα μετοχικά κεφάλαια μεγάλων αμερικανικών και όχι μόνο τραπεζών.Εναν χρόνο μετά την έναρξη της πιστωτικής κρίσης η αναζήτηση κεφαλαίων είναι το μεγάλο άγχος των εμπλεκόμενων στην κρίση τραπεζών, διότι η μη εξασφάλιση των απαραίτητων και αναγκαίων κεφαλαίων οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε εξευτελιστικές πωλήσεις τύπου Bear Stearns ή σε αναγκαστικές κρατικοποιήσεις τύπου Νorthern Rock.Παράλληλα η μη εξυπηρέτηση των προβληματικών δανείων οδηγεί σε μείωση των εσόδων και στην πτώση της κερδοφορίας των τραπεζών, ενώ σε πλείστες των περιπτώσεων οι ζημιογόνες λογιστικές καταστάσεις δείχνουν ότι το κόστος της κρίσης απαιτεί άμεσες λύσεις.Η επαναφορά στην κερδοφορία είναι δύσκολη και ιδιαίτερα κοστοβόρα για το πρεστίζ των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων διαδικασία κατ' αρχήν με τη μείωση του λειτουργικού κόστους. Μέσα σε ένα χρόνο που διαρκεί η πιστωτική κρίση, οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί έχουν προβεί σε απολύσεις 83.000 εργαζομένων, αριθμός ιδιαίτερα μεγάλος ένα αναλογισθούμε ότι το ύψος των απολύσεων αναλογεί στο προσωπικό δύο μεγάλων οργανισμών όπως της Goldman Sachs και της Morgan Stanley.Σε δεύτερο επίπεδο με την πώληση θυγατρικών. Η πρώτη σε ζημιές Citigroup πουλά την θυγατρική της στη Γερμανία, ενώ προχωρεί σε αναδιάταξη των υπηρεσιών της σε ολόκληρο τον κόσμο, ενώ σε ανάλογα ξεφορτώματα θυγατρικών προχωρούν και άλλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί.Σε τρίτο επίπεδο με την πώληση περιουσιακών στοιχείων. Η κατάρρευση της κερδοφορίας για παράδειγμα της Morgan Stanley κατά 57% στο δεύτερο τρίμηνο του 2008 οδήγησε στην ανάγκη πώλησης περιουσιακών στοιχείων ύψους 1,4 δισ. δολαρίων προκειμένου να υπάρξει κάλυψη της μαύρης τρύπας που υπήρχε στον ισολογισμό της εταιρείας.Σε τέταρτο επίπεδο με την πώληση τμημάτων του επενδυτικού χαρτοφυλακίου.Αυτό που συμβαίνει στο ελληνικό Χρηματιστήριο είναι ενδεικτικό της πρακτικής των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.Οπου έχουν επενδύσει και καταγράφουν κέρδη, πουλούν τις συμμετοχές τους αποκομίζοντας κέρδη αρκετών δισ. ευρώ.Μόνο στο ελληνικό Χρηματιστήριο οι ρευστοποιήσεις κατά τις πρώτες 24 εβδομάδες του 2008 έφθασαν τα 60 δισ. ευρώ, στη συντριπτική τους πλειονότητα ρευστοποιήσεις ξένων θεσμικών χαρτοφυλακίων.
Ο κ. Σαράντος Λέκκας είναι οικονομολόγος.
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 29/6/2008)

Τρίτη 17 Ιουνίου 2008

Οι μηχανισμοί της ακρίβειας.
Του Σαρ. Λέκκα
Στην Ελλάδα ασχολούμεθα με ένα θέμα, όταν κατά τη λαϊκή έκφραση ο κόμπος φθάνει στο χτένι. Τις τελευταίες εβδομάδες γίνεται αρκετός λόγος για την ακρίβεια και κυρίως για τους μηχανισμούς που την δημιουργούν. Ακούγονται πολλά, άλλα λογικά, άλλα υπερφίαλα και άλλα εντελώς εξωπραγματικά.Φυσικά από την πολιτικοποίηση - κομματικοποίηση, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν θα μπορούσε να ξεφύγει ούτε το μείζον αυτό θέμα που αγγίζει κυρίως τα μικρομεσαία νοικοκυριά. Ανάλογα τον πολιτικό μανδύα του καθενός, η ακρίβεια έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και φυσικά συγκεκριμένα αίτια.Πολλές φορές η αντιπαράθεση δεν έχει στόχο τη δημιουργία αναχωμάτων κατά της ακρίβειας, αλλά τη στοχοποίηση συγκεκριμένων πολιτικών και δράσεων. Η ακρίβεια μπορεί να πήρε διαστάσεις μετά την απογείωση των τιμών του πετρελαίου και των εμπορευμάτων, που σε συνδυασμό με την πιστωτική κρίση των τελευταίων μηνών χτύπησε την αγοραστική δύναμη κυρίως των μικρομεσαίων νοικοκυριών, πλην όμως το φαινόμενο άρχισε να προβληματίζει μετά την εισαγωγή του ευρώ.Για να ξεκαθαρίσουμε τη θέση μας δεν πιστεύουμε ότι η αλλαγή νομίσματος ευθύνεται για την απογείωση των εγχώριων τιμών. Η απουσία αίσθησης της δυναμικότητας του ευρώ, σε συνδυασμό με τη νοοτροπία της αρπαχτής οδήγησαν σε εξωπραγματικές στρογγυλοποιήσεις και σε επανακαθορισμούς των τιμών μακράν του πραγματικού κόστους και των περιθωρίων υγιούς κέρδους. Το παιχνίδι χάθηκε με την εισαγωγή του ευρώ, όμως η ακρίβεια άρχισε να παίρνει δραματικές διαστάσεις από τα τέλη του 2007, όταν η πιστωτική κρίση οδήγησε στην αύξηση των επιτοκίων και γενικότερα στην αύξηση του κόστους αποπληρωμής των υποχρεώσεων που είχαν αναλάβει τα ελληνικά νοικοκυριά.Σχεδόν ταυτόχρονα με την πιστωτική κρίση, η απογείωση των τιμών πετρελαίου και εμπορευμάτων οδηγούσε στη συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών και στην έναρξη των συζητήσεων για το μέγεθος της ακρίβειας και για το εύρος των αποτελεσμάτων της.Ορισμένοι, φυσικά, δεν δέχονται την αύξηση των εγχώριων τιμών ως συνέπεια της διεθνούς αύξησης των τιμών, υιοθετώντας το επιχείρημα ότι ο εγχώριος πληθωρισμός είναι αυξημένος κατά 1,5 με 2 ποσοστιαίες μονάδες από τον μέσο ευρωπαϊκό. Στη λογική αυτή δεν υιοθετείται το επιχείρημα περί εισαγόμενων πληθωριστικών πιέσεων.Μία τέτοια, όμως, θεώρηση των πραγμάτων είναι εκ φύσεως μονόπλευρη και άκρως ιδιοτελής.Οταν ο μέσος πολίτης της χώρας διαπιστώνει ότι η τιμή του πετρελαίου από τα επίπεδα των 53 δολαρίων το βαρέλι που καταγράφονταν στις αρχές του 2007 έχει φθάσει τον Μάιο του 2008 στα επίπεδα των 137 δολαρίων το βαρέλι, δηλαδή όταν έχει αυξηθεί κατά 158,5 %, τότε καμιά θεώρηση, όσο τεχνοκρατικά δομημένη και εάν είναι, δεν μπορεί να του αλλάξει την εικόνα που έχει ο ίδιος διαμορφώσει.Φυσικά σε περιόδους που οι πληθωριστικές πιέσεις αυξάνονται, το χάσμα μεταξύ του πληθωρισμού των φτωχών και του πληθωρισμού των πλουσίων μεγαλώνει σε βάρος των φτωχών.Ειδικά τους τελευταίους μήνες, το χάσμα έχει μεγαλώσει αρκετά σε σημείο που να θεωρείται το μεγαλύτερο από τη στιγμή που εισήχθη το ευρώ στη χώρα μας.Μπορεί ο πληθωρισμός σε μέσα επίπεδα κατά την τελευταία 5ετία να μην έχει ξεπεράσει τις 3,2 ποσοστιαίες μονάδες, όμως κανένας ορθολογικά σκεπτόμενος αναλυτής δεν υιοθετεί την άποψη ότι το πραγματικό κόστος που βιώνουν τα μικρομεσαία νοικοκυριά είναι αυτό που καταγράφεται επίσημα.Φυσικά, ανεξάρτητα των εισαγόμενων πιέσεων και μόνο η διαφορά τιμών που καταγράφεται με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη δείχνει ότι στο εσωτερικό της χώρας υπάρχουν στρεβλώσεις, που πρέπει να αντιμετωπισθούν. Τα ευχολόγια των τελευταίων ετών πρέπει να πάρουν τέλος. Απαιτούνται δράσεις και μεταβολές δομών με τρόπο που θα ανοίγουν τον ανταγωνισμό, θα μειώνουν το κόστος και θα ενισχύουν την παραγωγικότητα.Ολο αυτό το πλέγμα των δράσεων μπορεί να ακούγεται εύκολο, όμως είναι ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα, τόσο δύσκολο που αρκετές δεκαετίες τώρα δεν έχει παρά τις προθέσεις να υλοποιηθεί.Είτε το πολιτικό κόστος είτε οι συνδικαλιστικές αντιδράσεις είτε η δυναμική που προβάλλουν οι συντεχνίες και τα καρτέλ είτε ο πολιτικός ωχαδελφισμός, το αποτέλεσμα είναι ένα και μοναδικό: Οι Ελληνες πολίτες επιβαρύνονται για τα ίδια προϊόντα με υψηλότερες τιμές από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους πολίτες.
Ο κ. Σαράντος Λέκκας είναι οικονομολόγος
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 15/6/2008)

Πέμπτη 12 Ιουνίου 2008

Η εισαγωγή του ευρώ και τα «πλοκάμια» των ανατιμήσεων.
Του Σαραντου Λεκκα*


Στην Ελλάδα ασχολούμεθα με ένα θέμα όταν κατά την λαϊκή έκφραση ο κόμπος φθάνει στο χτένι. Τις τελευταίες εβδομάδες γίνεται αρκετός λόγος για την ακρίβεια και κυρίως για τους μηχανισμούς που τη δημιουργούν. Ακούγονται πολλά, άλλα λογικά, άλλα υπερφίαλα και άλλα εντελώς εξωπραγματικά. Φυσικά, από την πολιτικοποίηση - κομματικοποίηση όπως ήταν αναμενόμενο δεν θα μπορούσε να ξεφύγει ούτε το μείζον αυτό θέμα που αγγίζει κυρίως τα μικρομεσαία νοικοκυριά.
Ανάλογα τον πολιτικό μανδύα του καθενός, η ακρίβεια έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και, φυσικά, συγκεκριμένα αίτια.
Πολλές φορές η αντιπαράθεση δεν έχει στόχο τη δημιουργία αναχωμάτων κατά της ακρίβειας αλλά την στοχοποίηση συγκεκριμένων πολιτικών και δράσεων.
Η ακρίβεια μπορεί να πήρε διαστάσεις μετά την απογείωση των τιμών του πετρελαίου και των εμπορευμάτων που, σε συνδυασμό με την πιστωτική κρίση των τελευταίων μηνών, χτύπησε την αγοραστική δύναμη κυρίως των μικρομεσαίων νοικοκυριών πλην όμως το φαινόμενο άρχισε να προβληματίζει μετά την εισαγωγή του ευρώ.
Για να ξεκαθαρίσουμε τη θέση μας δεν πιστεύουμε ότι η αλλαγή νομίσματος ευθύνεται για την απογείωση των εγχώριων τιμών.
Η απουσία αίσθησης της δυναμικότητας του ευρώ σε συνδυασμό με την νοοτροπία της αρπαχτής οδήγησε σε εξωπραγματικές στρογγυλοποιήσεις και σε επανακαθορισμούς των τιμών μακράν του πραγματικού κόστους και των περιθωρίων υγιούς κέρδους.
Το παιχνίδι χάθηκε με την εισαγωγή του ευρώ, όμως η ακρίβεια άρχισε να παίρνει δραματικές διαστάσεις από τα τέλη του 2007 όταν η πιστωτική κρίση οδήγησε στην αύξηση των επιτοκίων και γενικότερα στην αύξηση του κόστους αποπληρωμής των υποχρεώσεων που είχαν λάβει τα ελληνικά νοικοκυριά.
Σχεδόν ταυτόχρονα με την πιστωτική κρίση, η απογείωση των τιμών πετρελαίου και εμπορευμάτων οδηγούσε στη συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών και στην έναρξη των συζητήσεων για το μέγεθος της ακρίβειας και για το εύρος των αποτελεσμάτων της.
Ορισμένοι, φυσικά, δεν δέχονται την αύξηση των εγχώριων τιμών ως συνέπεια της διεθνούς αύξησης των τιμών, υιοθετώντας το επιχείρημα ότι ο εγχώριος πληθωρισμός είναι αυξημένος κατά 1,5 με 2 ποσοστιαίες μονάδες από τον μέσο ευρωπαϊκό.
Στη λογική αυτή δεν υιοθετείται το επιχείρημα περί εισαγόμενων πληθωριστικών πιέσεων. Μια τέτοια όμως θεώρηση των πραγμάτων είναι εκ φύσεως μονόπλευρη και άκρως ιδιοτελής. Οταν ο μέσος πολίτης της χώρας διαπιστώνει ότι η τιμή του πετρελαίου από τα επίπεδα των 53 δολαρίων το βαρέλι που καταγράφονταν στις αρχές του 2007 έχει φθάσει τον Μάιο του 2008 στα επίπεδα των 137 δολαρίων το βαρέλι, δηλαδή όταν έχει αυξηθεί κατά 158,5%, τότε καμιά θεώρηση όσο τεχνοκρατικά δομημένη και εάν είναι δεν μπορεί να του αλλάξει την εικόνα που έχει ο ίδιος διαμορφώσει.
Φυσικά, σε περιόδους όπου οι πληθωριστικές πιέσεις αυξάνονται, το χάσμα μεταξύ του πληθωρισμού των φτωχών και του πληθωρισμού των πλουσίων μεγαλώνει σε βάρος των φτωχών. Ειδικά τους τελευταίους μήνες, το χάσμα έχει μεγαλώσει αρκετά σε σημείο που να θεωρείται το μεγαλύτερο από την στιγμή που εισήχθη το ευρώ στη χώρα μας.
Μπορεί ο πληθωρισμός σε μέσα επίπεδα κατά την τελευταία 5ετία να μην έχει ξεπεράσει τις 3,2 ποσοστιαίες μονάδες, όμως κανένας ορθολογικά σκεπτόμενος αναλυτής δεν υιοθετεί την άποψη ότι το πραγματικό κόστος που βιώνουν τα μικρομεσαία νοικοκυριά είναι αυτό που καταγράφεται επίσημα. Φυσικά, ανεξάρτητα των εισαγόμενων πιέσεων και μόνο η διαφορά τιμών που καταγράφεται με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη δείχνει ότι στο εσωτερικό της χώρας υπάρχουν στρεβλώσεις που πρέπει να αντιμετωπισθούν.
Τα ευχολόγια των τελευταίων ετών πρέπει να πάρουν τέλος. Απαιτούνται δράσεις και μεταβολές δομών με τρόπο που θα ανοίγουν τον ανταγωνισμό, θα μειώνουν το κόστος και θα ενισχύουν την παραγωγικότητα.
Ολο αυτό το πλέγμα των δράσεων μπορεί να ακούγεται εύκολο όμως είναι ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα, τόσο δύσκολο που αρκετές δεκαετίες τώρα δεν έχει παρά τις προθέσεις υλοποιηθεί.
Είτε το πολιτικό κόστος είτε οι συνδικαλιστικές αντιδράσεις είτε η δυναμική που προβάλλουν οι συντεχνίες και τα καρτέλ, είτε ο πολιτικός ωχαδελφισμός, το αποτέλεσμα είναι ένα και μοναδικό: οι Ελληνες πολίτες επιβαρύνονται για τα ίδια προϊόντα με υψηλότερες τιμές από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους πολίτες.
* Ο κ. Σαράντος Λέκκας είναι οικονομολόγος.
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΣΤΙΣ 12/6/2008)

Κυριακή 8 Ιουνίου 2008

Η αύξηση του κόστους χρήματος.
Του Σαρ. Λέκκα

Οταν πριν από έναν χρόνο ξεκινούσε η πιστωτική κρίση στις ΗΠΑ που σήμερα βιώνουν όλες οι οικονομίες της υφηλίου υπήρχε μία θεωρία που μιλούσε για την αποσύνδεση όσων οικονομιών δεν είχαν στο εσωτερικό τους τράπεζες με προβληματικά χαρτοφυλάκια.Η παγκοσμιοποίηση όμως όπως ήταν φυσικό επέβαλε τους όρους της με αποτέλεσμα σήμερα ένα περίπου χρόνο μετά την σπάσιμο της «φούσκας» των αμερικανικών στεγαστικών δανείων και των ομολόγων που προήλθαν από την τιτλοποίησή τους η κρίση να έχει τέτοια διασπορά που όλες οι ανεπτυγμένες οικονομίες να νιώθουν έντονα τις επιπτώσεις της.Τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα όπως είναι γνωστό δεν έχουν στα χαρτοφυλάκια τους προβληματικά ομόλογα όμως παρά ταύτα αντιμετωπίζουν τις παράπλευρες απώλειες που έχει δημιουργήσει η πιστωτική κρίση.Η άντληση ρευστότητας γίνεται πλέον με κόπο και μεγαλύτερο κόστος.Επιτόκια που μέχρι πριν λίγους μήνες φάνταζαν εξωπραγματικά, σήμερα δίδονται απλόχερα με μοναδικό στόχο την απρόσκοπτη ανάπτυξη των τραπεζικών εργασιών.Και εάν πολλοί αναρωτιούνται τι διαφέρει τον μέσο πολίτη της χώρας η συνέχιση των αναπτυξιακών ρυθμών των τραπεζικών πιστοδοτήσεων τότε θα πρέπει να επαναφέρουμε στη μνήμη του καθενός το σημερινό αναπτυξιακό μοντέλο το οποίο εν πολλοίς βασίζεται στην ιδιωτική κατανάλωση και στις πιστώσεις που λαμβάνουν τα ελληνικά νοικοκυριά για την στήριξη των καταναλωτικών και στεγαστικών τους αναγκών.Μπορεί ο λαϊκίστικος δρόμος αντιμετώπισης των δομών της ελεύθερης αγοράς να θέλει την τιμωρία όσων παράγουν και κερδίζουν πλην όμως οι αναπτυξιακοί ρυθμοί της ελληνικής οικονομίας στηρίζονται στην ανάπτυξη των τραπεζικών εργασιών είτε το θέλουν ορισμένοι είτε όχι.Φυσικά η ευθύνη της αποπληρωμής των όποιων πιστώσεων πέφτει στις πλάτες του δανειολήπτη ο οποίος γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα τις δυνατότητές του.Φυσικά οι αρνητικές συγκυρίες μεταβάλλουν τον προγραμματισμό των νοικοκυριών και φέρνουν σε αρκετά δύσκολη θέση αρκετά φυσικά και νομικά πρόσωπα.Η σημερινή συγκυρία είναι αρνητική με την έννοια ότι ο οικογενειακός προϋπολογισμός πλήττεται τόσο από την αύξηση των επιτοκίων όσο και από την αύξηση των τιμών βασικών ειδών διατροφής και καυσίμων.Το χρονικό διάστημα που διανύουμε είναι δύσκολο, αυτό το αντιλαμβάνονται όλοι και κυρίως οι έχοντες την εκτελεστική εξουσία και την ευθύνη χάραξης της οικονομικής πολιτικής της χώρας.Παρά το γεγονός ότι το ΑΕΠ της χώρας το πρώτο τρίμηνο του 2008 αυξήθηκε με 3,6% ποσοστό ίδιο με το τελευταίο τρίμηνο του 2007, εντούτοις η κυβέρνηση προχώρησε στην αναθεώρηση των βασικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας.Ο ρυθμός ανάπτυξης από το 4% αναθεωρήθηκε στο 3,6%, ενώ ο πληθωρισμός από το 3,5% αναθεωρήθηκε στο 3,8%.Μόνο το ύψος του ελλείμματος παρέμεινε σταθερό στα επίπεδα του 1,6% αφού επικράτησε η άποψη ότι αναφορικά με τα έσοδα η αύξηση του πληθωρισμού θα καλύψει μέρος των όποιων απωλειών υπάρξουν από την μείωση του ρυθμού ανάπτυξης.Φυσικά την αύξηση του κόστους του χρήματος δεν την πληρώνουν μόνο τα νοικοκυριά αλλά και το ίδιο το κράτος.Με δημόσιο χρέος της τάξεως άνω των 250 δισ. ευρώ και με ανάγκη αναζήτησης άνω των 35 δισ. ευρώ για την κάλυψη των τοκοχρεολυτικών υποχρεώσεων που απορρέουν από το χρέος η ελληνική κυβέρνηση θα πληρώσει αρκετά το τίμημα της δυσχερούς επιτοκιακής συγκυρίας.Ηδη το επιτόκιο των 3μηνων εντόκων γραμματίων του ελληνικού Δημοσίου έχει ανέλθει στα επίπεδα του 4,52% που είναι τα μεγαλύτερα επίπεδα της τελευταίας 8ετίας.Η επιβάρυνση είναι δεδομένη όπως δεδομένη είναι και η επιβάρυνση του τρέχοντος προϋπολογισμού από την ανατροπή των προβλέψεων για τις τιμές των καυσίμων και των εμπορευμάτων.Οι αρχικές προβλέψεις για την τιμή του πετρελαίου ήταν στα επίπεδα των 79 δολαρίων ανά βαρέλι ενώ ακόμη και οι αναθεωρημένη πρόβλεψη στα επίπεδα των 90-100 δολαρίων είναι εκτός πραγματικότητας όταν η τιμή του μαύρου χρυσού έχει αναρριχηθεί στα επίπεδα των 137 δολαρίων.Το ίδιο συμβαίνει και με τις προβλέψεις για τις αυξήσεις στις τιμές των εμπορευμάτων που οι αρχικές προβλέψεις τις ήθελαν στο 4,3% και οι αναθεωρημένες στο 13%, ενώ σε πραγματικά επίπεδα έχουν ξεπεράσει το 40%.
Ο κ. Σαράντος Λέκκας είναι οικονομολόγος.
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 8/6/2008).

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2008

Οι Έλληνες αγρότες βιώνουν δύσκολες ημέρες.

Όταν ένας παραγωγικός τομέας βρίσκεται σε Συμπληγάδες τότε η απουσία αντικειμενικής προσέγγισης των προβλημάτων που τον διέπουν οδηγεί σε λαϊκίστικες και άκρως δημαγωγικές τοποθετήσεις.
Ο Αγροτικός τομέας βρίσκεται μεταξύ των μεταβολών της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ )και των σκληρών ανταγωνιστικών συνθηκών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.
Οι Έλληνες αγρότες βιώνουν δύσκολες ημέρες .
Αυτό είναι ένα γεγονός που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί .
Οι Έλληνες αγρότες ζουν την μεταβολή της ΚΑΠ όπου πέρα από την σταδιακή μείωση των επιδοτήσεων παρατηρείται το φαινόμενο να επιδοτείται ο παραγωγός και όχι η παραγωγή όπως γίνονταν στο παρελθόν.
Αυτή η διαδικασία με την οποία αλλάζει η όλη φιλοσοφία της ΚΑΠ από την μια πλευρά και ο σκληρός ανταγωνισμός που επιβάλετε σε διεθνές επίπεδο από την άλλη δημιουργεί ασφυκτικά πλαίσια δραστηριοποίησης των Ελλήνων αγροτών .
Τα λάθη του παρελθόντος με κυριότερο την απουσία προετοιμασίας για την νέα εποχή έχουν οδηγήσει σε αδιέξοδα.
Σήμερα οι συνθήκες είναι δύσκολες ,οι παρεμβάσεις πρέπει να κινούνται στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ ενώ οι λύσεις είναι αρκετά επώδυνες.
Σε τέτοιες συγκυρίες οι λαϊκίστικες και δημαγωγικές τοποθετήσεις πολιτικών και συνδικαλιστών διογκώνουν τα αδιέξοδα και μειώνουν τα περιθώρια ορθολογικών λύσεων .
Σε τέτοιες συγκυρίες τα εύκολα λόγια βρίσκουν εύκολα ακροατήριο όμως δεν δίνουν λύσεις .
Σήμερα ακούγονται πολλά ,όπως για παράδειγμα οι χαμηλές πιστώσεις προς τον αγροτικό τομέα.
Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική.
Οι οικονομικές ενισχύσεις προς τον αγροτικό τομέα από εθνικούς πόρους και από την ευρωπαϊκή ένωση για το 2008 υπολογίζεται ότι θα ανέλθουν στα 8,89 δις.ευρώ οι οποίες θα κατευθυνθούν στην καταβολή αποζημιώσεων και ενισχύσεων ,στην προετοιμασία της νέας ΚΑΠ ,στην ενίσχυση των βιολογικών καλλιεργειών ,στην στήριξη της αγροτικής έρευνας ,στην πληρωμή των συντάξεων του ΟΓΑ , κτλ.
Οι πιστώσεις του 2008 είναι αυξημένες κατά 14,8 % έναντι των αντίστοιχων του 2007 που είχαν φθάσει στα 7,74 δις. ευρώ.
Σημαντικό μέρος της ενίσχυσης του αγροτικού πληθυσμού γίνεται μέσω της αύξησης των αγροτικών συντάξεων.
Την 1/1/08 η αγροτική σύνταξη αυξήθηκε κατά 50,25 ευρώ και διαμορφώθηκε στα 330 € ενώ όλοι θα θυμούνται ότι το 2004 η αγροτική σύνταξη ήταν στα 170.8 € .
Φυσικά δεν πρέπει να ξεχνούμε το νόμο του 2004 για τα πανωτόκια ο οποίος έχει διαχρονική ισχύ και ο οποίος έβγαλε από τα αδιέξοδα της υπερχρέωσης χιλιάδες αγρότες .
Προσωπικά πιστεύουμε ότι ο συγκεκριμένος νόμος όπου οι οφειλές δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 2πλασιο του αρχικού κεφαλαίου έδωσε πνοή στην ελληνική ύπαιθρο και αισιοδοξία στους αγρότες και κτηνοτρόφους της χώρας .
Πρόκειται για νόμο ορόσημο με πολλαπλασιαστικά οφέλη για ολόκληρη την ελληνική περιφέρεια.
Εκείνο όμως που πρέπει να γίνει αντιληπτό και ταυτόχρονα αυτό που δίνει απαντήσεις σε όσους προσεγγίζουν το μεγάλο πρόβλημα των αγροτών με δημαγωγικό τρόπο είναι σχετικό με τα λάθη του παρελθόντος και κυρίως με τις δυνατότητες που θα υπήρχαν σήμερα εάν δεν είχαν πραγματοποιηθεί αυτά τα λάθη.
Η συσσώρευση ελλειμμάτων και χρεών κατά τις δεκαετίες του 70 και του 80 έχουν ως αποτέλεσμα η εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους στο ύψος των 223,3 δις ευρώ να θέλει την εκταμίευση για το 2008 10,5 δις. Ευρώ για τόκους και 26,2 δις ευρώ για χρεολύσια.
Ας αναλογισθούν αυτοί που υποκριτικά σήμερα αγωνιούν για τα προβλήματα των αγροτών τι χρηματοοικονομικές δυνατότητες στήριξης των εν ενεργεία και των συνταξιούχων αγροτών θα υπήρχαν εάν απουσίαζε ο βραχνάς του δημοσίου χρέους .
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ISTHMOS GR ΣΤΙΣ 2/6/2008)
ΛΕΚΚΑΣ ΣΑΡΑΝΤΟΣ-ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ