Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2008

Aπογραφή και προϋπολογισμός

TOY ΛΕΚΚΑ ΣΑΡΑΝΤΟΎ

Λαμβάνοντας υπόψη το δημοσιονομικό παρελθόν καθώς και την ύπαρξη μεγάλων και διαρθρωτικών προβλημάτων η εισηγητική έκθεση για τον προϋπολογισμό του 2008 δείχνει ότι ελληνική οικονομία αλλάζει οριστικά εποχή .
Ήταν κοινό μυστικό τους τελευταίους μήνες ότι η οικονομία σιγά – σιγά αποτελούσε το ισχυρό χαρτί της Ελλάδος καθώς τα μεγέθη της προσγειώνονταν ομαλά στα πλαίσια των ευρωπαϊκών επιταγών .
Η διαδικασία που επιλέγει στα πλαίσια της ήπιας προσαρμογής κρίνεται ως απόλυτα σωστή .
Το αποτέλεσμα δικαίωσε τους εμπνευστές της πολιτικής που ήθελε την αντιμετώπιση των προβλημάτων με ήπιο και αποτελεσματικό τρόπο.
Αυτή την φορά με υγιή και αξιοπρεπή για τα ελληνικά δεδομένα τρόπο η δημοσιονομική προσαρμογή έγινε πραγματικότητα χωρίς να παρουσιαστούν ιδιαιτέρα προβλήματα.
Η αποκάλυψη των πραγματικών ελλειμμάτων αλλά και των προβλημάτων που δημιούργησε η δημιουργική λογιστική μέσω της απογράφης που συντελέσθηκε κατά το 2004 οδήγησε στην κοινοτική επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας από τον Φεβρουάριο του 2005.
Κατά την περίοδο της απογράφης είχε ειπωθεί ότι η όλη διαδικασία αποτελούσε εσκεμμένη ενέργεια της σημερινής κυβέρνησης ώστε να στιγματισθεί η προηγούμενη κυβέρνηση και παράλληλα να υπάρξει δικαιολογία για την μη ικανοποίηση των προεκλογικών δεσμεύσεων.

ΥΠΟΒΑΘΡΑ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 2008

ΑΥΞΗΣΗ ΑΕΠ 4%
ΔΗΜΟΣΙΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ 1,6%
ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ 2,8%
ΑΝΕΡΓΙΑ 7,4%
ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ 91%

Η αντιμετώπιση της απογραφής ήταν εκτός πραγματικότητας και με κριτήρια ακρως λαϊκίστικα και δημαγωγικά.
Η αποκάλυψη της πραγματικής δημοσιονομικής εικόνας ήταν αναγκαίος όρος για την επικράτηση της ειλικρίνειας και του σεβασμού ως πεπατημένης οδού συνεργασίας με τους εταίρους στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και γενικότερα με την Διεθνή Κοινότητα.
Και αυτό διότι οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήδη από τις αρχές του 2002 είχαν στείλει το μήνυμα στην τότε ελληνική κυβέρνηση ότι αμφισβητούσαν τα ελληνικά στατιστικά στοιχεία.
Τι είχε αποκαλυφθεί όμως με την απογραφή ;
Αποκαλύφθει ότι με συστηματικό τρόπο αποκρύπτονταν δαπάνες και ότι τα αναφερόμενα στο έλλειμμα και στο δημόσιο χρέος στοιχεία δεν είχαν σχέση με την πραγματικότητα.
Η δημιουργική λογιστική είχε διαμορφώσει μια εικονική πραγματικότητα η οποία απείχε παρασάγγας από τα πραγματικά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας.
Τα αποτελέσματα της απογραφής που δημοσιοποιήθηκαν στα τέλη Σεπτεμβρίου 2004 από την στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκάλεσαν σάλο και αρκετοί ήταν αυτοί που ζητούσαν ακόμη και την αποβολή της Ελλάδος από την Ευρωζώνη.
Οι αποκαλύψεις έδειξαν ότι η πολυδιαφημισμένη ισχυρή ελληνική οικονομία δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια άκρως προβληματική οικονομία η οποία θα χρειάζονταν σοβαρές και επίπονες προσπάθειες για να κερδίσει την εμπιστοσύνη της διεθνούς κοινότητας.
Με την απογραφή αναθεωρήθηκαν τα στοιχεία του ελλείμματος και του χρέους της περιόδου 2000-2004.
Το δημόσιο έλλειμμα του 2000 από τα επίπεδα του 2% ως προς το ΑΕΠ έφθασε το 4,1% ,του 2001 από 1,4% έφθασε στο 3,7% ,του 2002 από 1,4% έφθασε στο 3,7% ,του 2003 από 1,7% έφθασε στο 4,6% και του 2004 από 1,2% έφθασε στο 5,3%.
Το δημόσιο χρέος του 2000 από τα επίπεδα του 106,2 % ως προς το ΑΕΠ έφθασε στο 114% ,του 2001 από 106,9% έφθασε στο 114,7% ,του 2002 από 104,7% έφθασε στο 112,5% ,του 2003 από 102,4 έφθασε στο 109,9% και του 2004 από 97,7% έφθασε στο 112,1%.
Στην βάση αυτών των εξελίξεων η ελληνική οικονομία μπήκε σε επιτήρηση από τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον Φεβρουάριο του 2005 .
Παρά τις κασσάνδριες προβλέψεις και με κεντρικό άξονα την ήπια προσαρμογή η ελληνική οικονομία επανήλθε στους μήνες που ακολούθησαν στο δρόμο της δημοσιονομικής ορθοδοξίας .
Η αλλαγή σελίδας για τα δημοσιονομικά πράγματα της χώρας πραγματοποιήθηκε στις 5 Ιουνίου του τρέχοντος έτους όταν το συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε την έξοδο της Ελλάδος από την διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος .
Με το προϋπολογισμό του 2008 και με την περαιτέρω μείωση του ελλείμματος στο 1,6% έναντι 2,7% και 2,5% των ετών 2006 και 2005 η Ελλάδα αλλάζει σελίδα και πλέον η προσπάθεια ισοσκελισμένου προϋπολογισμού αποκτά νόημα και προοπτική
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΥΗΕ ΣΤΟ ISTHMOS GR-26/11/2007)
Γιατί ανεβαίνουν τα επιτόκια ;
ΤΟΥ : ΛΕΚΚΑ ΣΑΡΑΝΤΟΥ


Τις τελευταίες εβδομάδες και παρά το γεγονός ότι τα επιτόκια αναφοράς των ισχυρών νομισμάτων της υφηλίου βρίσκονται σε διαδικασία αποκλιμάκωσης ή στην χειρότερη των περιπτώσεων παραμένουν σταθερά , παρατηρείται το φαινόμενο αύξησης των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων , δηλαδή των επιτοκίων που αγγίζουν την δραστηριότητα επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων .

Στις ΗΠΑ η τελευταία αναπροσαρμογή του βασικού επιτοκίου του δολαρίου πραγματοποιήθηκε έκτακτα στις 22 Ιανουαρίου όταν μειώθηκε κατά 75 μονάδες βάσης στο 3,5%.

Ήταν η μεγαλύτερη μείωση του βασικού επιτοκίου των ΗΠΑ από τον Οκτώβριο του 1984 , δηλαδή εδώ και 24 χρόνια και η πρώτη μη προγραμματισμένη από τον Σεπτέμβριο του 2001.

Αυτό συνέβη υπό το βάρος δυο απειλών ,της κατάρρευσης των χρηματιστηριακών αγορών και της ύφεσης της αμερικανικής οικονομίας.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι πληθωριστικοί φόβοι εξαιτίας της αύξησης των τιμών του πετρελαίου έχουν οδηγήσει την Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα σε κατάσταση αναμονής και το βασικό επιτόκιο του ευρώ στο 4% όπως έχει διαμορφωθεί από τις αρχές καλοκαιριού του 2007.

Σε στάση αναμονής βρίσκονται και οι κεντρικές τράπεζες της Βρετανίας , Της Ελβετίας Και της Ιαπωνίας με τα βασικά επιτόκια της Στερλίνας , του Ελβετικού Φράγκου και του Γιεν στα επίπεδα του 5.75% ,2.75% και 0,5% αντίστοιχα.

Παρά ταύτα τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια και σε Ευρώπη και σε Αμερική αυξάνονται .

Γιατί αυξάνονται όμως τα επιτόκια ;

Tο διεθνές πιστωτικό σύστημα βρίσκεται σε ασφυξία , περνά κρίση η οποία στην ουσία ξεκίνησε από τις ΗΠΑ και από την αγορά των στεγαστικών δανείων χαμηλής εξασφάλισης .

Σε πρώτο επίπεδο η αλόγιστη παροχή στεγαστικών δανείων σε άτομα που δεν πληρούσαν τις απαραίτητες ελάχιστες εγγυήσεις με στόχο την διεύρυνση της βάσης χορηγήσεων και της αύξησης του μεριδίου της αγοράς στεγαστικών δανείων .

Σε δεύτερο επίπεδο η προεξόφληση των εσόδων από τα συγκεκριμένα δάνεια και η έκδοση ομολόγων τα οποία πωλήθηκαν στις διεθνείς αγορές και αγοράσθηκαν από διάφορα ισχυρά πιστωτικά ιδρύματα σε Ευρώπη και Αμερική.

Η κρίση η οποία ξεκίνησε στην αρχή του φετινού καλοκαιριού οφείλονταν στην κατάρρευση της συγκεκριμένης αγοράς .

Οι δανειολήπτες δεν μπορούσαν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους ,τα δάνεια έγιναν προβληματικά , τα έσοδα μειώθηκαν , οι προβλέψεις και οι διαγραφές αυξήθηκαν ,τα χαρτοφυλάκια απογειώθηκαν , οι μετοχές έπεσαν και η ρευστότητα μειώθηκε .

Η αναζήτηση κεφαλαίων από πολλές πλευρές την ίδια ώρα οδήγησε στην αύξηση καταρχάς των διατραπεζικών επιτοκίων και στην συνέχεια των καταθετικών και φυσικά των χορηγήσεων.

Οι τράπεζες που δεν έχουν ισχυρή καταθετική βάση αντλούν ρευστότητα κυρίως μέσω της διατραπεζικής αγοράς .

Η αύξηση της ζήτησης στην διατραπεζική είχε ως αποτέλεσμα την απογείωση του euribor μηνός στα επίπεδα του 4,92% στα τέλη του 2007, δηλαδή στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας 7ετιας.

Στην συνέχεια και παρότι μειώθηκαν στο 4,17 % (euribor μηνός -22 Ιανουαρίου) δεν παύουν να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα.

Η εναλλακτική επιλογή των τραπεζών είναι η άντληση κεφαλαίων μέσω γαλαντομικών καταθετικών προϊόντων .

Στην βάση αυτή διαπιστώνεται ότι η πιστωτική κρίση ελέω της κατάρρευσης της αγοράς στεγαστικών δανείων χαμηλής φερεγγυότητας στις ΗΠΑ έχει αρχίσει να περνά και στην πραγματική οικονομία .

Οι παράπλευρες απώλειες δεν είναι άλλες από τα φυσικά πρόσωπα και τα νοικοκυριά .

Πληρώνουν έναν λογαριασμό που ποτέ δεν προκάλεσαν .

Στην ουσία πληρώνουν την απληστία του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κατεστημένου.
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ISTHMOS GR ΣΤΙΣ 27/1/2008)