Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2011

Φόβος και Δείμος.
Του ΛΕΚΚΑ ΣΑΡΑΝΤΟΥ.

Κατά την ελληνική μυθολογία ο Δείμος ήταν η ενσάρκωση της φρίκης του πολέμου και ο αδελφός του ο Φόβος η ενσάρκωση του τρόμου του πολέμου. Οι δύο μαζί συνόδευαν τον θεό του πολέμου Αρη και πατέρα τους στα πεδία των μαχών.Φόβο και Δείμο νιώθουν σήμερα οι απλοί εργαζόμενοι σε όλα τα σημεία του πλανήτη, χωρίς να έχουν τη παραμικρή ευθύνη για όσα έχουν συντελεστεί συνεπεία της μεγαλύτερης από το 1930 χρηματοοικονομικής κρίσης.Οι απλοί εργαζόμενοι αλλά και οι απλοί επιχειρηματίες, τα απλά δηλαδή γρανάζια της παραγωγικής μηχανής, θεωρούνται ως παράπλευρες απώλειες της μεγάλης κρίσης.Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά όπως τα παρουσιάζουν ορισμένοι.Η χρηματοοικονομική κρίση κατ’ αρχήν έχει συγκεκριμένους υπαίτιους.Είναι οι άνθρωποι που ξεπέρασαν κάθε όριο απληστίας και αλαζονείας.Θεοποιώντας την πολιτική των αέναων κερδών ποδοπατώντας κάθε έννοια δικαίου και ηθικής γκρέμισαν όχι μόνο το σύστημα αξιών των παλαιότερων αλλά και τις προοπτικές των νεότερων.Η κρίση δεν είναι η απλή χρεοκοπία ορισμένων οργανισμών ούτε η απώλεια ρευστότητας ορισμένων πιστωτικών ιδρυμάτων, ούτε η αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων ορισμένων κρατών, ούτε η παραίτηση ορισμένων θυτών.Η κρίση και η ύφεση που την ακολουθεί είναι οι απώλειες θέσεων εργασίας και η ισοπεδωτική επίθεση εναντίων των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων.Η κρίση αύξησε τους ανέργους κατά 34 εκατομμύρια σε παγκόσμιο επίπεδο, δημιουργώντας τραγικό υπόβαθρο εξαθλίωσης, εάν λάβουμε υπόψη ότι ο συνολικός αριθμός των ανέργων είναι 205 εκατομμύρια.Φυσικά η ανεργία παρουσιάζει μεγάλες διαφοροποιήσεις από χώρα σε χώρα και από ήπειρο σε ήπειρο, πλην όμως αυτό δεν σημαίνει ότι τα προβλήματα επιβίωσης ενός ανέργου δεν είναι παρόμοια σε όποιο γεωγραφικό μήκος και πλάτος της υφηλίου .Η ανεργία για παράδειγμα στη Λετονία ξεπερνά το 22,5%, στην Ισπανία το 19,7%, ενώ στην Ολλανδία καταγράφεται στο 4,1%.Στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης η ανεργία φθάνει το 9,7% και στη ζώνη του ευρώ το 10,1% πράγμα που ως μέγεθος μπορεί συνειρμικά να μην οδηγεί σε καταστάσεις πρωτόγνωρες για τους Ευρωπαίους.Εάν όμως τα ποσοστά μετατραπούν σε απόλυτους αριθμούς, τότε η τραγικότητα της ανεργίας είναι ευδιάκριτη.Στη βάση αυτή, στην Ευρωπαϊκή Ενωση, υπάρχουν 23,3 εκατομμύρια άνεργοι εκ των οποίων τα 15,9 εκατομμύρια τοποθετούνται σε χώρες της ευρωζώνης.Η μείωση της απασχόλησης και η αύξηση των ανέργων λειτουργεί ως μηχανισμός ψυχολογικής αλλά και αντικειμενικής πίεσης των εργαζομένων για την αποδοχή ισοπεδωτικών εργασιακών και ασφαλιστικών όρων.Η πίεση που ασκείται είναι τρομερή και πολυεπίπεδη, γιατί όταν η δεξαμενή των ανέργων αυξάνεται τότε η ευκολία αναζήτησης εργατικού και στελεχιακού δυναμικού είναι πιο εύκολη και λιγότερο δαπανηρή.Με αυτό το υπόβαθρο και με συνοπτικές διαδικασίες κατεδαφίζονται δομές και πλαίσια δεκαετιών .Από τις αρχές του 20ού αιώνα και σταδιακά καθ’ όλη τη διάρκεια του αιώνα διαμορφώθηκε ο χάρτης των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων που σήμερα γνωρίζουμε.Οι λεγόμενες και κοινωνικές κατακτήσεις βελτίωσαν μία σειρά θεσμών επιβεβαιώνοντας ότι οι ισορροπημένες καταστάσεις μπορούν να δημιουργήσουν ισχυρά πλαίσια παραγωγικότητας.Η εργατική νομοθεσία άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά μετά την οικονομική και πολιτική κρίση του 1909, με την καθιέρωση της αργίας της Κυριακής και ορισμένων εορτών.Το 1911 δημιουργήθηκε το πλαίσιο λειτουργίας των εργατικών σωματείων και το 1920 νομοθετήθηκε η εργάσιμη ημέρα των 8 ωρών.Η ασφαλιστική νομοθεσία παίρνει σάρκα και οστά το 1922 με τον νόμο περί υποχρεωτικής ασφάλισης εργατών και υπαλλήλων, ενώ το 1965 καθιερώνεται το επίδομα άδειας και η αργία της πρωτομαγιάς.Το 1983 ψηφίζεται ο νόμος για τον έλεγχο των ομαδικών απολύσεων, θεσμοθετούνται οι κλαδικές συμβάσεις, ενώ καθιερώθηκαν οι πρώτες ευνοϊκές ρυθμίσεις για τις μητέρες και τους πολύτεκνους.Το 1990 θεσπίζεται ο μηχανισμός μεσολάβησης και διαιτησίας, που δίνει στους εργαζομένους το δικαίωμα της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία.Παρατηρούμε επομένως ότι όλα αυτά δεν καθιερώθηκαν εν μία νυκτί, είναι θεσμοί που δημιουργηθήκαν στην πορεία μίας 100ετίας.Υπήρχαν όμως και ακρότητες.Σε ορισμένες περιπτώσεις οι κατακτήσεις απέκτησαν χαρακτηριστικά κεκτημένων, λόγω της ισχυρής θέσης που απέκτησαν τα σωματεία εργαζομένων σε περιόδους ενίσχυσης της κρατικής επέκτασης στην οικονομία.Αυτό ήταν λάθος.Για αρκετά χρόνια η συνδιοίκηση και πολλές φορές η εκ του παρασκηνίου διοίκηση που επικράτησε οδήγησε αρκετές δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς στην παρακμή και σε αυτό που πολλοί σήμερα αποκαλούν πλήρη διάλυση του κρατικού μηχανισμού.Ποτέ οι ακρότητες δεν είχαν θετικά αποτελέσματα.Ούτε οι ακρότητες της συνδιοίκησης και της απόλυτης επικράτησης των συνδικάτων επί της οικονομίας ούτε η επικράτηση των δυνάμεων της αγοράς επί των εργαζομένων.Το μνημόνιο σαφέστατα γκρεμίζει σαθρούς μηχανισμούς που αποτελούσαν επί χρόνια γάγγραινα για την ελληνική οικονομία, όμως λειτουργεί ισοπεδωτικά και για θεσμούς που λειτούργησαν με τρόπο ισορροπητικό για το αναγκαίο δέσιμο των παραγωγικών ιστών της ελληνικής οικονομίας.Η θέση ισχύος που οι συγκυρίες διαμορφώνουν είτε προς την πλευρά των εργαζομένων δεκαετίες 1980-1990, είτε προς την πλευρά της επιχειρηματικότητας, όπως κατά την τρέχουσα κυρίως δεκαετία, δεν αποτελεί τον σωστό οδηγό εάν δεν λαμβάνει υπόψη την ισορροπία και την αίσθηση δικαιοσύνης που πρέπει να υπάρχει μεταξύ των συντελεστών παραγωγής μίας οικονομίας.

(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 29/10/2011)

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

Αλλαγή νοοτροπίας για την ανάκτηση της αξιοπιστίας.
Του ΣΑΡΑΝΤΟΥ ΛΕΚΚΑ, Οικονομολόγου

Αναφορικά με το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας, το μεγάλο ζητούμενο εδώ και μήνες είναι η ενίσχυση της αξιοπιστίας, η οποία όμως συνεχώς βάλλεται, με αποτέλεσμα η καχυποψία να έχει εντρυφήσει τόσο βαθιά στις συνειδήσεις των εταίρων μας που καθετί πρέπει πλέον να στοιχειοθετείται από αριθμούς και συγκεκριμένα μεγέθη ώστε να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη.
Το κακό είναι ότι ενώ όλοι μιλούν για αλλαγή νοοτροπίας, με πρώτους τους ενεχόμενους στην πολιτική κονίστρα, λαμβάνουν χώρα γεγονότα με ευθύνη των ιδίων των πολιτικών που υποδηλώνουν ότι δεν έχει γίνει κατανοητό το μέγεθος του προβλήματος ούτε από αυτούς που υποτίθεται σχεδιάζουν τις λύσεις για την έξοδο από τη γενικευμένη κρίση.
Για δεκαετίες στη χώρα μας είχαμε θεοποιήσει τις πολιτικές παρεμβάσεις, τις πολιτικές λύσεις και γενικότερα την κυριαρχία της πολιτικής και των πολιτικών επί όλων των θεμάτων που άγγιζαν τον απλό πολίτη αλλά και γενικότερα την ελληνική πραγματικότητα.
Παρά τη σημερινή κρίση αξιοπιστίας, η οποία έχει γίνει παγκόσμιο παράδειγμα προς αποφυγή και παρά την πιο δύσκολη οικονομική συγκύρια που έχει γνωρίσει η μεταπολεμική Ελλάδα, έρχονται οι πολιτικοί και μιλούν για πολιτική λύση στο θέμα της περαιτέρω δανειοδότησης από την τρόικα.
Παρά τις αποφάσεις σε επίπεδο κορυφής, μόλις την 21η Ιουλίου 2011, παρά τις διαβεβαιώσεις ότι αυτό που συμφωνήθηκε θα εκτελεστεί στο ακέραιο, το λεγόμενο πολιτικό κόστος αλλά και η ενδεχόμενη επικοινωνιακή ελπίδα ότι στο εσωτερικό της χώρας θα βρεθούν πολίτες που θα επιβραβεύσουν μία ευκαιριακή και σε επίπεδο τεχνοκρατών σύγκρουση με την τρόικα, αναδείχθηκε η προοπτική της πολιτικής λύσης για την υλοποίηση αυτών που έχουν συμφωνηθεί για την εκταμίευση των δόσεων αλλά και των προοπτικών του μεσοπρόθεσμου προγράμματος.
To αποτέλεσμα, φυγή των τεχνοκρατών της τρόικας, αναδίπλωση της κυβέρνησης, νέα μέτρα ύψους 2 δισ. ευρώ για το 2011 μέσω επιβολής έκτακτης εισφοράς στα ακίνητα (έναντι 1,7 δισ. ευρώ που ζητούσε αρχικώς η τρόικα) για την κάλυψη των αποκλίσεων που καταγράφονταν, εκτόξευση των επιτοκίων δανεισμού, σενάρια πτώχευσης και εξόδου από το ευρώ και δηλώσεις Ευρωπαίων πολίτικων για πλήρη εφαρμογή όσων έχουν συμφωνηθεί .
Βέβαια το φαινόμενο, πρώτα να συμφωνούμε και μετά να αναζητούμε την πολιτική λύση, μόνο η ελληνική πολιτική κουλτούρα μπορεί να το θεώρει ως φυσιολογικό.Το υπόβαθρο της αναζήτησης πολιτικής λύσης είναι υπαρκτό και ιδιαίτερα σοβαρό.
Η ύφεση είναι μεγαλύτερη από την αναμενόμενη, οπότε μία σειρά προβλέψεων και προοπτικών είναι φυσιολογικό να μεταβληθούν.Το ερώτημα είναι γιατί αυτό το υπαρκτό γεγονός δεν χρησιμοποιήθηκε ως επιχείρημα πριν την απόφαση της 21ης Ιουλίου και γιατί ανασύρεται μετά την απόφαση;Η απάντηση είναι προφανής.Ολοι γνωρίζουν τα πραγματικά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας, όμως η πλευρά του δανειζόμενου δεν μπορεί να επιβάλει ούτε τις απόψεις της ούτε τα αυτονόητα κυρίως, όταν η αξιοπιστία του είναι μηδενική.
Απλά, για επικοινωνιακούς εσωτερικούς λόγους, εφευρίσκει αντιστάσεις και λεονταρισμούς, οι οποίοι ενίοτε ξεπερνούν τα όρια, οπότε και προκαλούν αντιδράσεις από αυτούς που έχουν τη δυνατότητα να βάζουν τα πράγματα στη θέση τους, διώχνοντας μέσω των απρόσωπων αγορών την προοπτική της απείθειας και της αθέτησης των συμφωνηθέντων.
Οι λεκτικοί χειρισμοί μίας σοβαρής υπόθεσης, όπως της κρίσης χρέους, είναι όπως πάντα εύκολοι, ειδικά όταν το ακροατήριο ζητεί μία αντίδραση έστω και για τα προσχήματα.Το δύσκολο είναι οι ουσιαστικοί χειρισμοί, ειδικά όταν ομιλούμε για την οικονομία, που περιγράφεται από μεγέθη και αριθμούς.
Οταν δε υπάρχει προϊστορία στην παραποίηση των μακροοικονομικών μεγεθών της χώρας, τότε ούτε οι αριθμοί δεν γίνονται πιστευτοί εάν πρώτα δεν έχουν βεβαιωθεί για την ακρίβειά τους από ανεξάρτητους τεχνοκράτες.Σε αυτό το επίπεδο δυστυχώς βρισκόμαστε.Μας θεωρούν αναξιόπιστους και ανθρώπους που σπαταλάμε περισσότερο χρόνο για να αποκρύψουμε αριθμούς, γεγονότα, προοπτικές, παρά χρόνο για να αλλάξουμε τη ροή των πραγμάτων, των δομών, των νοοτροπιών.Ορισμένοι δεν έχουν κατανοήσει το αυτονόητο.Ακόμη και εάν μας χάριζαν το σύνολο του δημόσιου χρέους, ο δανεισμός θα συνεχίζονταν δεδομένου ότι οι μηχανές παραγωγής ελλειμμάτων βρίσκονται ακόμη σε πλήρη λειτουργία, ενώ οι φοροεισπρακτικοί μηχανισμοί διέπονται από νοοτροπίες αυτοπλουτισμού και πλήρους σύγχυσης αναφορικά με τον ρόλο τους.Εάν δεν υπάρξουν πρωτογενή πλεονάσματα, εάν η πρωτογενή διαχείριση δεν έχει υγιή χαρακτηριστικά, τότε τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει όσο και εάν λεκτικά ωραιοποιούμε την καθημερινότητα ή λεκτικά δημιουργούμε νεφελώματα μακράν των δυνατοτήτων που έχουμε ως κοινωνία και ως κράτος.
Πρέπει να αντιληφθούμε ότι πολιτικές λύσεις στο πρόβλημα του ελληνικού χρέους δεν πρόκειται να υπάρξουν με την έννοια της αποδόμησης όσων συμφωνούνται.
Πρέπει να αντιληφθούμε ότι πρωτοβουλίες διμερών συμφωνιών, όπως αυτής με τη Φινλανδία για τις εμπράγματες ασφάλειες, μόνο άγχος και πολιτικό τρόμο για το χειρότερο υποδηλώνουν, ενώ βάζουν σε περιπέτειες γενικότερες συμφωνίες.
Πρέπει εν κατακλείδι να αντιληφθούμε ότι η αλλαγή που επιζητούμε ως κράτος θα επέλθει μόνο μέσα από την αλλαγή νοοτροπιών, κυρίως από την πλευρά εκείνων που πρέπει να δίνουν το παράδειγμα.

(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 2/10/2011)