Κυριακή 20 Ιουνίου 2010

Tα οικονομικά των ελλειμμάτων (Μέρος - Α)
Του Σαράντου Λέκκα-Οικονομολόγου.
Από τη στιγμή που η χώρα εισήλθε στην ΟΝΕ το 2001 τείνει να γίνει θεσμός η αμφισβήτηση των δημοσιονομικών και μακροοικονομικών μεγεθών της χώρας μετά από κάθε κυβερνητική μεταβολή.Το είδαμε το 2004 όταν η κυβέρνηση Καραμανλή ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας μετά από 8 χρονιά διακυβέρνησης ΠαΣοΚ και Σημίτη, το βλέπουμε και το 2009 όταν η κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου παρέλαβε από την κυβέρνηση Καραμανλή.Η αμφισβήτηση των οικονομικών μεγεθών από τις κυβερνήσεις δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά αμφισβήτηση της κρατικής μηχανής που κατ' ουσία οι αμφισβητίες έχουν διαμορφώσει με τις πρακτικές και τις μεθοδεύσεις τους τις τελευταίες δεκαετίες.Στην ουσία αμφισβητείται το σαθρό υπόβαθρο που οι ίδιοι οι πολιτικοί έχουν κατασκευάσει.Η υιοθέτησή του ότι είναι νόμιμο είναι και ηθικό, η απουσία σεβασμού της νομιμότητας, το τέχνασμα, οι τεχνοκρατικές κουτοπονηριές και η πλασματική αυτοπεποίθηση που δίνει η εξουσία έχουν οδηγήσει στην κατασκευή ενός θολού περιβάλλοντος αναφορικά με τα δημόσια οικονομικά.Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΤΟΥ 2004Με την ανάληψη της εξουσίας από την κυβέρνηση Καραμανλή το 2004 ξεκίνησε η απογραφή της ελληνικής οικονομίας, ώστε να διαπιστωθεί ποια ήταν η ακριβή της κατάσταση.
Η απογραφή έγινε σε δύο στάδια.Το πρώτο αφορούσε τον έλεγχο των λογαριασμών και του ύψους του ελλείμματος του 2003.Τα αποτελέσματα του ελέγχου κοινοποιήθηκαν στην ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία (Eurostat) τον Απρίλιο του 2004.Σύμφωνα με αυτά, το έλλειμμα του 2003 από το 1,7% ανέβηκε στο 3,2%, με την αύξηση αυτή να οφείλεται στην πτωτική αναθεώρηση των εσόδων.Η Eurostat δέχθηκε με επιφύλαξη το αναθεωρημένο έλλειμμα λόγω της υποεκτίμησης των δαπανών για αμυντικούς εξοπλισμούς και της έλλειψης αξιόπιστης πληροφόρησης αναφορικά με τα πλεονάσματα των ασφαλιστικών οργανισμών, κάτι που εκ των υστέρων κρίθηκε σωστό μιας και το έλλειμμα του 2003 αναθεωρήθηκε εκ νέου στο 4,6%.Το δεύτερο στάδιο του ελέγχου των λογαριασμών επικεντρώθηκε στις αμυντικές δαπάνες και στα πλεονάσματα των ασφαλιστικών οργανισμών.Κατά την περίοδο της απογραφής είχε ειπωθεί ότι η όλη διαδικασία αποτελούσε εσκεμμένη ενέργεια της τότε κυβέρνησης, ώστε να στιγματισθεί η προηγούμενη κυβέρνηση και παράλληλα να υπάρξει δικαιολογία για την μη ικανοποίηση των προεκλογικών δεσμεύσεων.Η αντιμετώπιση της απογραφής ήταν εκτός πραγματικότητας και με κριτήρια άκρως λαϊκίστικα και δημαγωγικά.Η αποκάλυψη της πραγματικής δημοσιονομικής εικόνας ήταν αναγκαίος όρος για την επικράτηση της ειλικρίνειας και του σεβασμού ως πεπατημένης οδού συνεργασίας με τους εταίρους στην Ευρωπαϊκή Ενωση αλλά και γενικότερα με τη διεθνή κοινότητα.Και αυτό διότι οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης ήδη από τις αρχές του 2002 είχαν στείλει το μήνυμα στην τότε ελληνική κυβέρνηση ότι αμφισβητούσαν τα ελληνικά στατιστικά στοιχεία.Τι είχε αποκαλυφθεί όμως με την απογραφή; Απεκαλύφθη ότι με συστηματικό τρόπο αποκρύπτονταν δαπάνες και ότι τα αναφερόμενα στο έλλειμμα και στο δημόσιο χρέος στοιχεία δεν είχαν σχέση με την πραγματικότητα.Η δημιουργική λογιστική είχε διαμορφώσει μία εικονική πραγματικότητα, η οποία απείχε παρασάγγας από τα πραγματικά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας.Τα αποτελέσματα της απογραφής που δημοσιοποιήθηκαν στα τέλη Σεπτεμβρίου 2004 από την στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης προκάλεσαν σάλο και αρκετοί ήταν αυτοί που ζητούσαν ακόμη και την αποβολή της Ελλάδος από την ευρωζώνη.Οι αποκαλύψεις έδειξαν ότι η πολυδιαφημισμένη ισχυρή ελληνική οικονομία δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μία άκρως προβληματική οικονομία, η οποία θα χρειαζόταν σοβαρές και επίπονες προσπάθειες για να κερδίσει την εμπιστοσύνη της διεθνούς κοινότητας.Με την απογραφή αναθεωρήθηκαν τα στοιχεία του ελλείμματος και του χρέους της περιόδου 2000 - 2004.Το δημόσιο έλλειμμα του 2000 από τα επίπεδα του 2% ως προς το ΑΕΠ έφθασε το 4,1%, του 2001 από 1,4% έφθασε στο 3,7%, του 2002 από 1,4% έφθασε στο 3,7%, του 2003 από 1,7% έφθασε στο 4,6% και του 2004 από 1,2% έφθασε στο 5,3%.Το δημόσιο χρέος του 2000 από τα επίπεδα του 106,2% ως προς το ΑΕΠ έφθασε στο 114%, του 2001 από 106,9% έφθασε στο 114,7%, του 2002 από 104,7% έφθασε στο 112,5%, του 2003 από 102,4% έφθασε στο 109,9% και του 2004 από 97,7% έφθασε στο 112,1%.Η αύξηση του χρέους οφειλόταν στην αναθεώρηση του ενδοκυβερνητικού χρέους το οποίο εμφανίσθηκε μικρότερο κατά 3,9 δισ. ευρώ για το 2000, κατά 5 δισ. ευρώ για το 2001, κατά 5,3 δισ. ευρώ για το 2002 και κατά 5,7 δισ. ευρώ για το 2003, ενώ αυξήθηκαν αναδρομικά οι υποχρεώσεις κατά τα ποσά των τόκων που είχαν κεφαλαιοποιηθεί κατά το παρελθόν και τα οποία δεν εμφανίζονταν πουθενά.Η αύξηση των ελλειμμάτων οφειλόταν στην προς τα κάτω αναθεώρηση των πλεονασμάτων των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ και στην πραγματική καταγραφή των εξοπλιστικών δαπανών με βάση τον χρόνο παραγγελίας τους.Ειδικά για το 2004 η αύξηση του ελλείμματος πραγματοποιήθηκε εξαιτίας της μη καταγραφής υποχρεώσεων που αφορούσαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες, τις αποζημιώσεις για την εκλογική αναμέτρηση του Μαρτίου 2004, τις αποζημιώσεις προσωπικού για την ασφάλεια των Ολυμπιακών Αγώνων και τις δαπάνες υλοποίησης του κοινωνικού πακέτου Σημίτη.Οι επιφυλάξεις της Eυrostat για τα στοιχεία που δίδονταν από την ελληνική πλευρά κρίνονταν σωστές, αφού η μη καταγραφή των συνολικών δαπανών οδηγούσε εκ των υστέρων σε πολλαπλές αναθεωρήσεις. Στη βάση αυτή το τελικό έλλειμμα του 2001 έφθασε στο 4,4%, του 2002 στο 4,8%, του 2003 στο 5,7% και του 2004 στο 7,4%.Ειδικά το έλλειμμα του 2004 έφθασε στο 7,4% από το 5,3%, διότι καταγράφηκαν δαπάνες ύψους 4 δισ. ευρώ που αφορούσαν χρέη των νοσοκομείων του ΕΣΥ.Η μη καταγραφή των δαπανών στο σύνολό τους αποτελούσε τον βασικό λόγο που το δημόσιο χρέος αυξανόταν δυσανάλογα με το μέγεθος του δημοσίου ελλείμματος.Στη βάση αυτών των εξελίξεων η ελληνική οικονομία μπήκε σε επιτήρηση από τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης τον Φεβρουάριο του 2005.Παρά τις κασσάνδριες προβλέψεις, με κεντρικό άξονα την ήπια προσαρμογή, η ελληνική οικονομία επανήλθε στους μήνες που ακολούθησαν στον δρόμο της δημοσιονομικής ορθοδοξίας με το διαβατήριο της εξόδου από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος να δίνεται στις αρχές Ιουνίου 2007 από το Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών της Ενωσης.Η επιστροφή της Ελλάδος στη δημοσιονομική ορθοδοξία ήταν ξανά γεγονός.Η απόφαση που έβαζε τέλος στην όλη διαδικασία περί υπερβολικού ελλείμματος επικύρωνε τις σκληρές προσπάθειες και τους κόπους του ελληνικού λαού.Πολλοί έλεγαν ότι η επιτήρηση έπαιρνε τέλος. Οπως απέδειξε ο χρόνος, τέλος έπαιρνε μόνο η διαδικασία περί υπερβολικού ελλείμματος.Επιτήρηση πάντα θα υπάρχει, με την έννοια ότι το άγρυπνο βλέμμα των οργάνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πάντα θα ελέγχει, θα συμβουλεύει και θα παροτρύνει την ελληνική κυβέρνηση προς κατευθύνσεις δημοσιονομικής σταθερότητας.
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 20/6/2010).

Κυριακή 13 Ιουνίου 2010

Ομοιότητες και διαφορές των δύο κρίσεων
ΤΟΥ ΣΑΡ. ΛΕΚKΑ
Είναι κοινά αποδεκτό ότι η τρέχουσα χρηματοπιστωτική κρίση μπορεί να συγκριθεί μόνο με την κρίση του 1929.Πολλοί ισχυρίζονται ότι η τρέχουσα κρίση θα έχει μεγαλύτερο βάθος και άρα μεγαλύτερα και καταστρεπτικότερα αποτελέσματα και αυτό για τον απλούστατο λόγο ότι τα σημερινά χρηματoοικονομικά εργαλεία είναι τόσο εξελιγμένα και έχουν τέτοιο βεληνεκές που κάλλιστα μπορούν να σκορπίσουν τον όλεθρο σε απόλυτο βαθμό.Ο στόχος του παρόντος σημειώματος είναι να αναδείξει τα κοινά σημεία που φυσικά υπάρχουν και εμμέσως αποδεικνύουν ότι ορισμένα από τα παθήματα του παρελθόντος δεν έγιναν μαθήματα και φυσικά τις διαφορές, οι οποίες και αυτές δείχνουν ότι το παρελθόν άλλοτε λειτουργεί ως οδηγός και άλλοτε ως κακός δάσκαλος. Κοινά σημεία των δύο κρίσεων.-Και οι δύο κρίσεις τόσο του 1929 όσο και του 2008 ξεκίνησαν από τις ΗΠΑ και στη συνέχεια εξαπλώθηκαν παντού. Του 1929 εξαπλώθηκε κυρίως στη Λατινική Αμερική, ενώ του 2008 κυρίως στην Ευρώπη.-Πριν και τις δύο κρίσεις είχαν προηγηθεί περίοδοι ανάπτυξης και μάλιστα ιδιαίτερα μακροχρόνιοι, από το 1921-1928 για την πρώτη και 2001-2007 για τη δεύτερη.-Πριν από τις δύο κρίσεις υπήρχε και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό κλίμα ευφορίας και υλικής ευδαιμονίας.-Και των δύο κρίσεων είχαν προηγηθεί πρακτικές υψηλής ρευστότητας και υπερδανεισμού. Να θυμίσουμε ότι την περίοδο 1925-27 με απαίτηση των Βρετανών το βασικό επιτόκιο του δολαρίου είχε περιορισθεί στο επίπεδο του 3,5%, επίπεδο πρωτόγνωρο για τα δεδομένα της εποχής.-Τα υπόβαθρα και των δύο κρίσεων διαμόρφωσαν συγκεκριμένες μειονότητες. Το 1929 το χρηματιστηριακό μπουμ το διαμόρφωσε στο 1% ενός αμερικανικού πληθυσμού 120 εκατ. πολιτών και των 30 εκατομμυρίων οικογενειών που κατείχαν μετοχές και έπαιζαν τα διάφορα παιχνίδια του, ενώ το 2008 το πιστωτικό μπουμ διαμόρφωσε μία μειονότητα τεχνοκρατών που ονομάσθηκαν Golden Boys.-Με την εκδήλωση και των δύο κρίσεων αναδείχθηκε το πρόβλημα της αναχρηματοδότησης των δημοσίων χρεών, το 1929 η Γερμανία και το 2008-2010 η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιταλία και η Ιρλανδία είδαν το κόστος της λήψης δανείων να εκτοξεύεται σε υψηλά επίπεδα.-Και στις δύο κρίσεις τα χαρακτηριστικά στην πραγματική οικονομία ήταν ίδια : Πτωχεύσεις τραπεζών αλλά και επιχειρήσεων, μείωση παραγωγής, μείωση κατανάλωσης και εκτόξευση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα. Στις ΗΠΑ από το 1929 έως το 1932 η ανεργία αυξήθηκε από τα 3 εκατ. στα 12,5 εκατομμύρια άτομα.-Και για τις δύο κρίσεις η χρηματιστηριακή απαξίωση ήταν εντυπωσιακή. Το 1929 διήρκησε 4 χρόνια μέχρι το 1933 και απομείωσε τις μετοχικές αξίες κατά 89%. Την περίοδο Ιούλιος 2007 - Δεκέμβριος 2008 η κεφαλαιοποίηση των 15 μεγαλύτερων τραπεζικών κολοσσών σε Ευρώπη και ΗΠΑ βούλιαξε κατά 71% και από τα 1,73 τρισ. δολ. συρρικνώθηκε στα 500 δισ. δολ. και φυσικά έπεται συνέχεια. -Και στις δύο κρίσεις υπήρχαν περίοδοι χρηματιστηριακών αλκυονίδων. Μεταξύ Μαρτίου και Αυγούστου 1933 οι μετοχές παρουσίασαν αύξηση της τάξεως του 71,3%, ενώ μεταξύ Μαρτίου - Σεπτεμβρίου 2009 οι μετοχές κατέγραψαν άνοδο της τάξεως του 51%.-Κοινό χαρακτηριστικό και των δύο κρίσεων ο υπερβολικά μεγάλος όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Στην κρίση του 1929 τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στις ΗΠΑ έφθασαν το ένα δισ. δολ., ποσό υπέρογκο για την εποχή του.-Φυσικό επακόλουθο και των δύο κρίσεων η συρρίκνωση του ΑΕΠ. Το ΑΕΠ των ΗΠΑ το 1929 ήταν 104 δισ. δολ. και το 1932 είχε συρρικνωθεί στα 59 δισ. δολ., μείωση κατά 43,3%.-Και των δύο κρίσεων είχαν προηγηθεί μίνι κερδοσκοπικά επεισόδια, το 1925 το κερδοσκοπικό επεισόδιο στη Φλόριδα με τα γεωτεμάχια και την περίοδο 2003-2005 με την πτώση των μετοχικών αξιών.-Και στις δύο κρίσεις οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν την ίδια συνταγή για την αποφυγή του αποπληθωρισμού, την υποτίμηση του αμερικανικού δολαρίου.-Και στις δύο κρίσεις η πρακτική της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ για την αύξηση της ρευστότητας και την αποφυγή του πιστωτικού κινδύνου ήταν αφενός η μείωση των επιτοκίων και αφετέρου η αγορά ομολόγων από τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις.-Και στις δύο κρίσεις χρησιμοποιήθηκαν σύγχρονα για την εποχή τους μέσα στήριξης της κερδοσκοπικής ζήτησης. Το 1929 η αγορά μετοχών με περιθώριο και χρήση δανεικών (margin), η ασύδοτη χρηματοδότηση αγοράς μετοχών από τις τράπεζες, οι εταιρείες επενδύσεων, οι εταιρείες holding και το split μετοχών. To 2008 η ασύδοτη χρηματοδότηση αγοράς κατοικιών, οι τιτλοποιήσεις και τα κάθε είδους δομημένα ομόλογα.-Κοινό σημείο και των δύο κρίσεων οι κουτοπονηριές των θυτών - μεγαλοστελεχών οι οποίοι για να αποφύγουν τις όποιες κυρώσεις μεταβίβαζαν περιουσιακά στοιχεία στις συζύγους τους αποδεικνύοντας το πόσο ασήμαντοι πραγματικά ήταν παρά τους βαρύγδουπους τίτλους και τα αξιώματα που κουβαλούσαν μέχρι και την κρίση.-Στην Ελλάδα οι επιπτώσεις τόσο το 1929 όσο και το 2008 ήταν ίδιες, πτώση των μετοχικών αξιών, μείωση της εταιρικής κερδοφορίας, μείωση των εξαγωγών, μείωση της ζήτησης, αύξηση της ανεργίας.Οι διαφορές των δύο κρίσεων :-To 1928 η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ κράτησε διφορούμενη στάση, αφού ενώ είχε πυροδοτήσει με τη μείωση των επιτοκίων και την παροχή ρευστότητας την φούσκα των μετοχικών αξιών, με την έναρξη της κρίσης άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια οδηγώντας την οικονομία σε πλήρη ασφυξία. Το 2008 η στάση της κεντρικής τράπεζας ήταν απόλυτα ενεργητική. Από τη στιγμή που διαπιστώθηκε το πρόβλημα, άρχισε να μειώνει τα επιτόκια οδηγώντας σε μηδενικά επίπεδα πράγμα πρωτόγνωρο για την επιτοκιακή ιστορία των ΗΠΑ. Επίσης ενίσχυσε τη ρευστότητα με τρόπους που θα χαρακτηρίζαμε ρηξικέλευθους, αγοράζοντας ομόλογα και ανασφάλιστους επιχειρηματικούς τίτλους.-Το σπάσιμο της φούσκας του 1928 προήλθε από το τυχαίο γεγονός της απόσυρσης των βρετανικών κεφαλαίων εξαιτίας ενός σκανδάλου στη Βρετανία, ενώ το σπάσιμο της φούσκας του 2008 από τη δυσχέρεια αποπληρωμής των δανείων χαμηλής φερεγγυότητας.-Το 1928 ως απότοκος της μεγάλης ύφεσης καταγράφηκε αύξηση των φόρων στα εισαγόμενα από όλα σχεδόν τα κράτη και στη θεοποίηση του προστατευτισμού ως λύση για την ανάπτυξη. Το 2008 ο πρόεδρος των ΗΠΑ κ. Ομπάμα, μόλις τόλμησε να μιλήσει για κατασκευή των δημοσίων έργων από αμερικανικές κατασκευαστικές και με οικοδομικά προϊόντα από αμερικανικές εταιρείες, δέχθηκε ομαδικά πυρά και αμέσως υπαναχώρησε.-Και στις δύο κρίσεις τα κράτη ήταν ανέτοιμα να αντιμετωπίσουν τέτοιας μορφής γεγονότα με τη διαφορά ότι το 1928 δεν υπήρχε η απαραίτητη νομοθεσία που να διαχωρίζει τις δραστηριότητες των τραπεζών, ενώ το 2008 η τεχνολογία ξεπέρασε τη νομοθεσία ακυρώνοντάς την στην ουσία χωρίς να γίνει αντιληπτό από τις εποπτικές αρχές. Επίσης η κοινωνική πρόνοια ήταν ανύπαρκτη το 1928 και ιδιαιτέρα αυξημένη το 2008.-Στην κρίση του 2008 η ενεργοποίηση της δημοσιονομικής πολιτικής ως μοχλός αντιμετώπισης της κρίσης ενεργοποιήθηκε έμμεσα με πακέτα στήριξης της πραγματικής οικονομίας αξίας αρκετών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το 1929 υπήρχε μεγάλη καθυστέρηση έως ότου ο πρόεδρος Ρούσβελτ το 1933 προχώρησε στην πασίγνωστη πολιτική στήριξης της πραγματικής οικονομίας, ενώ ο προκάτοχός του Χουβέρ προχώρησε μόνο σε φορολογικές μειώσεις.-Το 1929 τα επιτόκια δανεισμού που στήριζαν την κερδοσκοπία στις ΗΠΑ βρίσκονταν στα επίπεδα του 10% - 15%, ενώ το 2008 καταγράφονταν στα επίπεδα της τάξεως του 4% - 6%.-Το 1929 η πολιτική Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών στις ΗΠΑ ήταν υπέρ του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού παρά τα μεγάλα προβλήματα που είχε δημιουργήσει η ύφεση στην πραγματική οικονομία, ενώ αντίθετα το 2008 η πλειοδοσία μέτρων δημοσιονομικής εκτροπής οδηγούσε σε διόγκωση των ελλειμμάτων.-Το ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών των ΗΠΑ το 1929 ήταν πλεονασματικό, ενώ αντίθετα το 2008 ήταν ελλειμματικό.-Μετά τη μεγάλη κρίση του 1929 χρειάσθηκαν πέντε χρόνια για να επιστρέψει η παγκόσμια οικονομία στην ανάπτυξη και 25 χρόνια στους επενδυτές για να πάρουν τα χρήματά τους πίσω από το χρηματιστήριο. Το 2008 οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ θέλουν επιστροφή στην ανάπτυξη μετά από μία διετία, ενώ χρηματιστηριακή ανάκαμψη μετά από μία πενταετία.-Της κρίσης του 1929 είχε προηγηθεί μίνι κερδοσκοπικό επεισόδιο, προάγγελος του μεγάλου γεγονότος ήταν το 1925 με το κερδοσκοπικό επεισόδιο στη Φλόριδα και τη φούσκα με τα γεωτεμάχια, ενώ το 2008 δεν υπήρχε κάτι ανάλογο που να έδινε το στίγμα της ολικής απαξίωσης περιουσιακών στοιχείων.-Και στις δύο κρίσεις παρατηρήθηκε αύξηση της τιμής του χρυσού με τη διαφορά ότι η αύξηση που καταγράφηκε στην κρίση του 1929 ήταν τεχνικά διαμορφωμένη. Τότε είχαν διαπιστώσει ότι όταν αυξανόταν η τιμή του χρυσού αυξάνονταν και οι υπόλοιπες τιμές και ειδικά οι τιμές των αγροτικών προϊόντων. Ετσι αφού απαίτησαν να παραδοθεί όλος ο χρυσός που κατείχαν ιδιώτες με τεχνητό τρόπο, όριζαν υψηλότερες τιμές για τις νέες ποσότητες που εξορύσσονταν. Το δολάριο υποτιμήθηκε, οι τιμές αντί να ανέβουν έπεσαν και το όλο εγχείρημα πήρε τέλος.Στην κρίση του 2009 ο χρυσός ξεπέρασε τα 1.000 δολ. στα μέσα Μαρτίου 2008, τα 1.164 δολ. στα τέλη Νοεμβρίου 2009 και τα 1.200 δολ. στις αρχές Ιουνίου 2010 κάνοντας ρεκόρ όλων των εποχών εξαιτίας της πτώσης του δολαρίου, της απουσίας διάθεσης ανάληψης ρίσκου αλλά και ως ασπίδα επικείμενων πληθωριστικών πιέσεων από τα ελλείμματα και την υψηλή ρευστότητα.
Ο κ. Σαράντος Λέκκας είναι οικονομολόγος.
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 13/6/2010).

Τετάρτη 2 Ιουνίου 2010

Η κερδοσκοπική βοήθεια προς την Ελλάδα
ΤΟΥ ΣΑΡ. ΛΕΚΚΑ
Είτε το θέλουν ορισμένοι είτε όχι η ευρωπαϊκή οικονομία είναι τραπεζοκεντρική. Αυτός, εξάλλου, ήταν ο λόγος που οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις άμα τη ενάρξει της χρηματοπιστωτικής κρίσης κατ' αρχήν θωράκισαν τις καταθέσεις, αφού είναι γνωστό ότι μια τράπεζα καταρρέει μόνο όταν ο πανικός οδηγήσει στη μαζική ανάληψη των καταθέσεων και σε δεύτερο χρόνο υιοθέτησαν τα προγράμματα στήριξης της ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων.Η χώρα μας μέλος της ευρωζώνης ακολούθησε κατά γράμμα την ευρωπαϊκή στρατηγική αντιμετώπισης της κρίσης και των συνεπειών της.Το ελληνικό πρόγραμμα στήριξης της ρευστότητας των τραπεζών παρ' ότι μικρότερο από τον αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό όρο λοιδορήθηκε και έγινε τμήμα της πολιτικής αντιπαράθεσης λόγω του άκρατου λαϊκισμού, που επικράτησε ακόμη και στις συνθήκες υψίστης κρίσης.Πράγματι το ελληνικό πρόγραμμα στήριξης των τραπεζών αντιστοιχούσε στο 11,5% του ΑΕΠ του 2008, ποσοστό που υπολειπόταν σημαντικά τόσο εκείνου της ζώνης του ευρώ στο ύψος του 23% όσο και των άλλων χωρών της ΕΕ εκτός ζώνης ευρώ ύψους 20% όσο και των ΗΠΑ ύψους 30%. Αυτό το πρόγραμμα είχε χρονικό ορίζοντα μέχρι τα τέλη του 2009, ενώ στη συνέχεια πήρε παράταση μέχρι και το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2010 δεδομένου ότι οι συνθήκες στις αγορές χρήματος και κεφαλαίων παρ' ότι ομαλοποιήθηκαν δεν έχουν βρει ακόμη την προ της κρίσεως πεπατημένη τους.Από τους τρεις άξονες του προγράμματος τη μεγαλύτερη ζήτηση είχε ο άξονας που αφορούσε την έκδοση ειδικών τίτλων από το ελληνικό Δημόσιο που θα εκχωρούνταν στα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα.Μέχρι και την απόφαση παράτασης ο συγκεκριμένος άξονας είχε απορροφήσει 4,6 δισ. ευρώ έναντι 3,8 δισ. του άξονα των προνομιούχων μετοχών και 3 δισ. ευρώ του άξονα των εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου.Συνολικά από τα 28 δισ. ευρώ του προγράμματος μέχρι και την απόφαση παράτασης είχαν απορροφηθεί 11,4 δισ. ευρώ με υπόλοιπο 16,6 δισ. ευρώ.Φυσικά, όπως αντιμετωπίστηκε το πρόγραμμα, έτσι αντιμετωπίστηκαν και τα πιστωτικά ιδρύματα, αφού ο λαϊκισμός στη χώρα μας βρίσκει ευήκοα ώτα και επίσης θεωρείται ο εύκολος δρόμος για εντυπωσιασμούς.Μην λαμβάνοντας υπόψη τον τραπεζοκεντρικό χαρακτήρα της οικονομίας μας και μην λαμβάνοντας υπόψη ότι η υγεία της οικονομίας περνά μέσα από την υγεία των τραπεζών άρχισε η εύκολη κριτική του τύπου ότι οι τράπεζες δανείζονται με επιτόκιο 1% από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το προϊόν της ρευστότητας το τοποθετούν σε κρατικά ομόλογα από όπου αντλούν αποδόσεις 5%.Εάν για την οικονομία της συζήτησης υιοθετήσουμε την παραπάνω άποψη ποιος μπορεί να ισχυρισθεί ότι κάτι τέτοιο απαγορεύεται και ποιος απαλλάσσει εκείνες τις διοικήσεις που δεν επιλεγούν τις πιο αποδοτικές επενδυτικές επιλογές.Η πρακτική της αγοράς κρατικών ομολόγων, της παρουσίασής τους ως ενέχυρο στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και της επαναληπτικής κυκλικής κίνησης είναι γνωστή στα ευρωπαϊκά όργανα, όμως είναι η επιλεγείσα ευρωπαϊκή συνταγή για τη στήριξη τραπεζών και κρατών με χρέη.Το εντυπωσιακό είναι ότι όλοι αυτοί που καταφέρονται κατά των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων, δεν έχουν πει κουβέντα για την παρόμοια τακτική που εφαρμόζουν τα κράτη - μέλη, που μετέχουν στον μηχανισμό στήριξης της ελληνικής οικονομίας.Και ενώ η πρακτική των εγχώριων τραπεζών είναι πέρα από επικερδή για τους μετόχους τους και εθνικά ωφέλιμη μιας και η αγορά κρατικών ομολόγων συμβάλλει στην αναχρηματοδότηση του δημόσιου χρέους, η πρακτική των κρατών-μελών είναι ανέντιμη, αφού υποτίθεται ότι η συμμετοχή στον μηχανισμό στήριξης έχει ως στόχο τη χρηματοδότηση της χώρας μας με χαμηλό κόστος. Ποια στήριξη όμως επιτυγχάνεται όταν οι χρηματοδότες μας αντλούν κεφάλαια με μικρά επιτόκια και μας δανείζουν με 5% επικαλούμενοι τον ηθικό κίνδυνο.Οι δανειστές μας κοστολογούν τον ηθικό κίνδυνο με ορισμένες μονάδες βάσης στο επιτόκιο δανεισμού, όμως ο αμοραλιστικός κίνδυνος που πηγάζει από την πρακτική τους είναι ανυπολόγιστος.Είναι πιο έντιμη η θεσμοθετημένη μη στήριξη μιας χώρας που βρίσκεται σε κίνδυνο, όπως αναφέρει η Συνθήκη της Λισαβόνας, ανεξάρτητα εάν συμφωνεί κάποιος μαζί της ή όχι και ανεξάρτητα εάν χρήζει αναθεώρησης, από τοναμοραλισμό και την εκμετάλλευση που αναδύει ο μηχανισμός στήριξης της ελληνικής οικονομίας.Με βάση τα σημερινά δεδομένα η Γερμανία θα μας χορηγήσει κεφάλαια για τρία χρόνια με επιτόκιο 5% όταν το κόστος άντλησης αυτών των κεφαλαίων γι' αυτήν θα είναι μόνο 1,08% σε περίοδο τριετίας.Το καπέλο των 392 μονάδων βάσης που βάζει η Γερμάνια στο επιτόκιο δανεισμού της χώρας μας οδηγεί σε κερδοσκοπικά κέρδη δισεκατομμυρίων ευρώ σε περίοδο τριετίας.Το αντίστοιχο καπέλο που βάζει η Γαλλία είναι της τάξεως των 382 μονάδων βάσης, ενώ το καπέλο που βάζει η Ιταλία είναι της τάξεως των 289 μονάδων βάσης.Οσο πιο μεγάλο το καπέλο τόσο πιο υψηλά τα κέρδη.Βέβαια, επειδή υπάρχουν και κράτη-μέλη που θα έχουν χασούρα, όπως για παράδειγμα η Πορτογαλία, η οποία με βάση τα σημερινά δεδομένα δανείζεται για περιόδους 3 ετών με 5,77% δηλαδή με επιτόκιο υψηλότερο αυτού, που θα δανείζει την Ελλάδα θεσπίστηκε μηχανισμός όπου τα κέρδη των κρατών που έχουν τη δυνατότητα να δανείζονται με μικρό κόστος να επιδοτούν τα κράτη που δεν έχουν.Βέβαια, μεταξύ αλτρουισμού και κερδοσκοπίας υπάρχει πάντα η μέση οδός του ορθολογισμού.Κανένας δεν δανείζει χωρίς κέρδος, όμως, από το σημείο αυτό μέχρι του σημείου να κερδοσκοπούμε εις βάρος του εταίρου μας υπάρχει μεγάλη διαφορά.Στη βάση αυτή μια έντιμη δανειοδότηση θα μπορούσε να γίνει με ένα premium της τάξεως του 30% σε σχέση με το κόστος άντλησης κεφαλαίων της κάθε χώρας- μέλους.Φυσικά οι ισχυρές οικονομίες της ευρωζώνης έχουν και άλλο κέρδος, έμμεσο μεν, αλλά ισχυρό.Δανείζοντας την Ελλάδα και αποτρέποντας την αναδιάρθρωση του χρέους της στην ουσία προστατεύουν τις τράπεζές τους, αφού, όπως είναι γνωστό, οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν στην κατοχή ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου ύψους 190 δισ. ευρώ.Οταν πάνω από το μισό ελληνικό χρέος βρίσκεται στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών της ευρωζώνης, το κόστος αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους θα χτυπήσει πριν από όλους τους ισολογισμούς και την οικονομική θέση αυτών των ιδρυμάτων.Ενισχύοντας την Ελλάδα, στην ουσία προστατεύουν τα πιστωτικά τους ιδρύματα από ισχυρότατους κλυδωνισμούς και κατ' επέκταση τις ίδιες τις οικονομίες τους, όμως η ενίσχυση πρέπει να έχει τα χαρακτηριστικά μακροπρόθεσμης και απόλυτα βιώσιμης λύσης και όχι χαρακτηριστικά κερδοσκοπίας.
Ο κ. Σαράντος Λέκκας είναι οικονομολόγος
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 30/5/2010)