Κυριακή 20 Ιουνίου 2010

Tα οικονομικά των ελλειμμάτων (Μέρος - Α)
Του Σαράντου Λέκκα-Οικονομολόγου.
Από τη στιγμή που η χώρα εισήλθε στην ΟΝΕ το 2001 τείνει να γίνει θεσμός η αμφισβήτηση των δημοσιονομικών και μακροοικονομικών μεγεθών της χώρας μετά από κάθε κυβερνητική μεταβολή.Το είδαμε το 2004 όταν η κυβέρνηση Καραμανλή ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας μετά από 8 χρονιά διακυβέρνησης ΠαΣοΚ και Σημίτη, το βλέπουμε και το 2009 όταν η κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου παρέλαβε από την κυβέρνηση Καραμανλή.Η αμφισβήτηση των οικονομικών μεγεθών από τις κυβερνήσεις δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά αμφισβήτηση της κρατικής μηχανής που κατ' ουσία οι αμφισβητίες έχουν διαμορφώσει με τις πρακτικές και τις μεθοδεύσεις τους τις τελευταίες δεκαετίες.Στην ουσία αμφισβητείται το σαθρό υπόβαθρο που οι ίδιοι οι πολιτικοί έχουν κατασκευάσει.Η υιοθέτησή του ότι είναι νόμιμο είναι και ηθικό, η απουσία σεβασμού της νομιμότητας, το τέχνασμα, οι τεχνοκρατικές κουτοπονηριές και η πλασματική αυτοπεποίθηση που δίνει η εξουσία έχουν οδηγήσει στην κατασκευή ενός θολού περιβάλλοντος αναφορικά με τα δημόσια οικονομικά.Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΤΟΥ 2004Με την ανάληψη της εξουσίας από την κυβέρνηση Καραμανλή το 2004 ξεκίνησε η απογραφή της ελληνικής οικονομίας, ώστε να διαπιστωθεί ποια ήταν η ακριβή της κατάσταση.
Η απογραφή έγινε σε δύο στάδια.Το πρώτο αφορούσε τον έλεγχο των λογαριασμών και του ύψους του ελλείμματος του 2003.Τα αποτελέσματα του ελέγχου κοινοποιήθηκαν στην ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία (Eurostat) τον Απρίλιο του 2004.Σύμφωνα με αυτά, το έλλειμμα του 2003 από το 1,7% ανέβηκε στο 3,2%, με την αύξηση αυτή να οφείλεται στην πτωτική αναθεώρηση των εσόδων.Η Eurostat δέχθηκε με επιφύλαξη το αναθεωρημένο έλλειμμα λόγω της υποεκτίμησης των δαπανών για αμυντικούς εξοπλισμούς και της έλλειψης αξιόπιστης πληροφόρησης αναφορικά με τα πλεονάσματα των ασφαλιστικών οργανισμών, κάτι που εκ των υστέρων κρίθηκε σωστό μιας και το έλλειμμα του 2003 αναθεωρήθηκε εκ νέου στο 4,6%.Το δεύτερο στάδιο του ελέγχου των λογαριασμών επικεντρώθηκε στις αμυντικές δαπάνες και στα πλεονάσματα των ασφαλιστικών οργανισμών.Κατά την περίοδο της απογραφής είχε ειπωθεί ότι η όλη διαδικασία αποτελούσε εσκεμμένη ενέργεια της τότε κυβέρνησης, ώστε να στιγματισθεί η προηγούμενη κυβέρνηση και παράλληλα να υπάρξει δικαιολογία για την μη ικανοποίηση των προεκλογικών δεσμεύσεων.Η αντιμετώπιση της απογραφής ήταν εκτός πραγματικότητας και με κριτήρια άκρως λαϊκίστικα και δημαγωγικά.Η αποκάλυψη της πραγματικής δημοσιονομικής εικόνας ήταν αναγκαίος όρος για την επικράτηση της ειλικρίνειας και του σεβασμού ως πεπατημένης οδού συνεργασίας με τους εταίρους στην Ευρωπαϊκή Ενωση αλλά και γενικότερα με τη διεθνή κοινότητα.Και αυτό διότι οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης ήδη από τις αρχές του 2002 είχαν στείλει το μήνυμα στην τότε ελληνική κυβέρνηση ότι αμφισβητούσαν τα ελληνικά στατιστικά στοιχεία.Τι είχε αποκαλυφθεί όμως με την απογραφή; Απεκαλύφθη ότι με συστηματικό τρόπο αποκρύπτονταν δαπάνες και ότι τα αναφερόμενα στο έλλειμμα και στο δημόσιο χρέος στοιχεία δεν είχαν σχέση με την πραγματικότητα.Η δημιουργική λογιστική είχε διαμορφώσει μία εικονική πραγματικότητα, η οποία απείχε παρασάγγας από τα πραγματικά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας.Τα αποτελέσματα της απογραφής που δημοσιοποιήθηκαν στα τέλη Σεπτεμβρίου 2004 από την στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης προκάλεσαν σάλο και αρκετοί ήταν αυτοί που ζητούσαν ακόμη και την αποβολή της Ελλάδος από την ευρωζώνη.Οι αποκαλύψεις έδειξαν ότι η πολυδιαφημισμένη ισχυρή ελληνική οικονομία δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μία άκρως προβληματική οικονομία, η οποία θα χρειαζόταν σοβαρές και επίπονες προσπάθειες για να κερδίσει την εμπιστοσύνη της διεθνούς κοινότητας.Με την απογραφή αναθεωρήθηκαν τα στοιχεία του ελλείμματος και του χρέους της περιόδου 2000 - 2004.Το δημόσιο έλλειμμα του 2000 από τα επίπεδα του 2% ως προς το ΑΕΠ έφθασε το 4,1%, του 2001 από 1,4% έφθασε στο 3,7%, του 2002 από 1,4% έφθασε στο 3,7%, του 2003 από 1,7% έφθασε στο 4,6% και του 2004 από 1,2% έφθασε στο 5,3%.Το δημόσιο χρέος του 2000 από τα επίπεδα του 106,2% ως προς το ΑΕΠ έφθασε στο 114%, του 2001 από 106,9% έφθασε στο 114,7%, του 2002 από 104,7% έφθασε στο 112,5%, του 2003 από 102,4% έφθασε στο 109,9% και του 2004 από 97,7% έφθασε στο 112,1%.Η αύξηση του χρέους οφειλόταν στην αναθεώρηση του ενδοκυβερνητικού χρέους το οποίο εμφανίσθηκε μικρότερο κατά 3,9 δισ. ευρώ για το 2000, κατά 5 δισ. ευρώ για το 2001, κατά 5,3 δισ. ευρώ για το 2002 και κατά 5,7 δισ. ευρώ για το 2003, ενώ αυξήθηκαν αναδρομικά οι υποχρεώσεις κατά τα ποσά των τόκων που είχαν κεφαλαιοποιηθεί κατά το παρελθόν και τα οποία δεν εμφανίζονταν πουθενά.Η αύξηση των ελλειμμάτων οφειλόταν στην προς τα κάτω αναθεώρηση των πλεονασμάτων των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ και στην πραγματική καταγραφή των εξοπλιστικών δαπανών με βάση τον χρόνο παραγγελίας τους.Ειδικά για το 2004 η αύξηση του ελλείμματος πραγματοποιήθηκε εξαιτίας της μη καταγραφής υποχρεώσεων που αφορούσαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες, τις αποζημιώσεις για την εκλογική αναμέτρηση του Μαρτίου 2004, τις αποζημιώσεις προσωπικού για την ασφάλεια των Ολυμπιακών Αγώνων και τις δαπάνες υλοποίησης του κοινωνικού πακέτου Σημίτη.Οι επιφυλάξεις της Eυrostat για τα στοιχεία που δίδονταν από την ελληνική πλευρά κρίνονταν σωστές, αφού η μη καταγραφή των συνολικών δαπανών οδηγούσε εκ των υστέρων σε πολλαπλές αναθεωρήσεις. Στη βάση αυτή το τελικό έλλειμμα του 2001 έφθασε στο 4,4%, του 2002 στο 4,8%, του 2003 στο 5,7% και του 2004 στο 7,4%.Ειδικά το έλλειμμα του 2004 έφθασε στο 7,4% από το 5,3%, διότι καταγράφηκαν δαπάνες ύψους 4 δισ. ευρώ που αφορούσαν χρέη των νοσοκομείων του ΕΣΥ.Η μη καταγραφή των δαπανών στο σύνολό τους αποτελούσε τον βασικό λόγο που το δημόσιο χρέος αυξανόταν δυσανάλογα με το μέγεθος του δημοσίου ελλείμματος.Στη βάση αυτών των εξελίξεων η ελληνική οικονομία μπήκε σε επιτήρηση από τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης τον Φεβρουάριο του 2005.Παρά τις κασσάνδριες προβλέψεις, με κεντρικό άξονα την ήπια προσαρμογή, η ελληνική οικονομία επανήλθε στους μήνες που ακολούθησαν στον δρόμο της δημοσιονομικής ορθοδοξίας με το διαβατήριο της εξόδου από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος να δίνεται στις αρχές Ιουνίου 2007 από το Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών της Ενωσης.Η επιστροφή της Ελλάδος στη δημοσιονομική ορθοδοξία ήταν ξανά γεγονός.Η απόφαση που έβαζε τέλος στην όλη διαδικασία περί υπερβολικού ελλείμματος επικύρωνε τις σκληρές προσπάθειες και τους κόπους του ελληνικού λαού.Πολλοί έλεγαν ότι η επιτήρηση έπαιρνε τέλος. Οπως απέδειξε ο χρόνος, τέλος έπαιρνε μόνο η διαδικασία περί υπερβολικού ελλείμματος.Επιτήρηση πάντα θα υπάρχει, με την έννοια ότι το άγρυπνο βλέμμα των οργάνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πάντα θα ελέγχει, θα συμβουλεύει και θα παροτρύνει την ελληνική κυβέρνηση προς κατευθύνσεις δημοσιονομικής σταθερότητας.
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 20/6/2010).

Δεν υπάρχουν σχόλια: