Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2010

Γιατί η ΕΚΤ στήριξε τα πιστωτικά ιδρύματα.
Tου Σαρ. Λέκκα
Οι πρακτικές αύξησης της ρευστότητας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα - ΕΚΤ οδήγησαν στην επανάκτηση της εμπιστοσύνης, αφού οι τράπεζες ωθούνται πλέον να διοχετεύουν προς τις άλλες τράπεζες την πλεονάζουσα ρευστότητά τους, δεδομένου ότι η κατάθεση στο ευρωσύστημα δεν είναι πλέον επικερδής, ενώ από την άλλη πλευρά οι τράπεζες που επιζητούν ρευστότητα την αποκτούν μέσω της διατραπεζικής με χαμηλότερο κόστος.Γιατί όμως η ΕΚΤ έδωσε τέτοια βαρύτητα στα πιστωτικά ιδρύματα και όχι στις αγορές ομολόγων όπως έκαναν οι ΗΠΑ;Η απάντηση δίδεται μέσω της χρηματοπιστωτικής διάρθρωσης ευρωζώνης και ΗΠΑ.Στη ζώνη του ευρώ το 70% της χρηματοδότησης προέρχεται από τις τράπεζες έναντι 30% στις ΗΠΑ.Τα τραπεζικά δάνεια προς τον ιδιωτικό τομέα στην ευρωζώνη την περίοδο της κρίσης ανέρχονταν στα επίπεδα του 145% του ΑΕΠ, ενώ τα ιδιωτικά ομόλογα ανέρχονταν στα επίπεδα του 81% του ΑΕΠ.Τα αντίστοιχα στις ΗΠΑ ήταν 63% και 168%.Στην ουσία στην ευρωζώνη τα 2/3 της χρηματοδότησης προέρχονται από τα τραπεζικά δάνεια και το 1/3 από τις αγορές χρήματος και κεφαλαίων, δηλαδή το ευρωπαϊκό σύστημα είναι τραπεζοκεντρικό σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, που το κύριο μέρος της χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα επιτυγχάνεται μέσω της έκδοσης εταιρικών ομολόγων.Αυτή η διαφορά εξηγεί το γιατί η ΕΚΤ και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προστάτευσαν τις τράπεζες, ενώ η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ προστάτευσε τις αγορές ομολόγων με την πραγματοποίηση αγορών μεγάλης κλίμακας βραχυπρόθεσμων ομολόγων του ιδιωτικού τομέα.Στη βάση επομένως της συμφωνίας που επετεύχθη στις 12 Οκτωβρίου 2008 μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τα πακέτα στήριξης του τραπεζικού τομέα έφθασαν τα 3,63 τρισ. ευρώ, που ως ποσοστό επί του ΑΕΠ των «27» έφθασαν το 25%.Το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος όμως των 3,63 τρισ. ευρώ, περίπου το 20% του ΑΕΠ, δηλαδή περί τα 2,9 τρισ. ευρώ δεν αποτελεί παροχή ζεστού χρήματος αλλά εγγυήσεις για λήψη δανείων.Στην ουσία το ζεστό χρήμα υπό τη μορφή κεφαλαιακής ενίσχυσης έφθασε τα 726 εκατ. ευρώ. Στο πλαίσιο αυτό τον Νοέμβριο του 2008 ψηφίσθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων ο Νομός 3723/2008 με στόχο την ενίσχυση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών αλλά και γενικότερα την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούσε η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα.
Τα βασικά στοιχεία του νόμου ήταν:- Η μέχρι 5 δισ. ευρώ κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών με απόκτηση προνομιούχων μετοχών.- Η μέχρι 15 δισ. ευρώ παροχή εγγυήσεων διά λήψης δανείων διαρκείας μέχρι 5 έτη.- Η μέχρι 8 δισ. ευρώ έκδοση ομολόγων διαρκείας έως 3 έτη για να χρησιμοποιούνται ως ενέχυρο για τη λήψη δανείων είτε από την ΕΚΤ είτε από τη διατραπεζική αγορά.Τόσο από την κεφαλαιακή ενίσχυση όσο και από την παροχή εγγυήσεων το ελληνικό Δημόσιο λαμβάνει προμήθειες, στηρίζοντας τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού.Τα έσοδα αυτά για το 2009 ήταν της τάξεως των 55 εκατ. ευρώ, ενώ για το 2010 υπολογίζονται στα 280 εκατ. ευρώ.Μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου 2009 είχε εγκριθεί κεφαλαιακή ενίσχυση για 10 τράπεζες ύψους 3,8 δισ. ευρώ, τρεις τράπεζες είχαν χρησιμοποιήσει το μέτρο των εγγυήσεων ύψους 3 δισ. ευρώ, ενώ 10 τράπεζες είχαν αντλήσει ρευστότητα 4,4 δισ. ευρώ με ενέχυρο τίτλους του ελληνικού Δημοσίου.Δηλαδή, από τα 28 δισ. ευρώ οι ελληνικές τράπεζες έχουν χρησιμοποιήσει τα 11,2 δισ. ευρώ, δηλαδή το 40%, ενώ υπό τη μορφή του πρωτογενούς ζεστού χρήματος έχουν αντλήσει το 76% του θεσμοθετημένου ορίου των 5 δισ. ευρώ.
Ο κ. Σαράντος Λέκκας είναι οικονομολόγος.
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 21/2/2010)

Δεν υπάρχουν σχόλια: