Τα τραπεζικά ιδρύματα και ο λαϊκισμός.
Toυ Σαράντου Λέκκα
Ο λαϊκισμός έχει τα όριά του και κυρίως η εμπάθεια έναντι του κεφαλαίου. Είτε το θέλουν ορισμένοι είτε όχι ο τραπεζικός τομέας είναι ο βασικός πυλώνας της ελληνικής οικονομίας.Οταν το σύνολο του ενεργητικού του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος ανέρχεται στα 531 δισ. ευρώ και εξ αυτού το 87%, δηλαδή τα 462 δισ. ευρώ, αφορούν τις λειτουργούσες στην Ελλάδα τράπεζες και εξ αυτών τα 412 δισ. ευρώ στα αμιγώς ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα, τότε ποιος διαφωνεί ότι ο τραπεζικός τομέας αποτελεί το άλφα και το ωμέγα της ελληνικής οικονομίας, το ΑΕΠ της οποίας αναμένεται να φθάσει τα 244,2 δισ. ευρώ το 2010.Οι επιθέσεις εναντίον του τραπεζικού συστήματος είναι επιθέσεις εναντίον της ελληνικής οικονομίας, ενώ αντίθετα η προστασία του είναι σαφέστατα προστασία της ίδιας της οικονομίας.Οταν τα ηγετικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης αποφάσισαν να στηρίξουν τις ευρωπαϊκές τράπεζες δεν το έκαναν γιατί αρέσκονται να ικανοποιούν όλες τις απαιτήσεις των τραπεζιτών όπως ισχυρίζεται η έρπουσα λαϊκίστικη θεώρηση των πραγμάτων.Το αντίθετο, κατανόησαν έγκαιρα ότι τα προβλήματα ρευστότητας και η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των τραπεζών οδηγούσαν τις οικονομίες σε αδιέξοδο.Χωρίς χρηματοδότηση η πραγματική οικονομία αδρανοποιείται με αποτέλεσμα την έναρξη μίας σπειροειδούς αλληλοϋπονόμευσης όπου η κακή κατάσταση νοικοκυριών και επιχειρήσεων αυξάνει τις επισφάλειες των τραπεζών με αποτέλεσμα οι τελευταίες να κλείνουν τη στρόφιγγα των χρηματοδοτήσεων και να περιορίζουν περαιτέρω τη συνολική ρευστότητα.Με δεδομένο ότι η ελληνική οικονομία είναι τραπεζοκεντρική η σταθερότητα και η ανάπτυξη των τραπεζών θεωρείται ως παράγοντας σταθερότητας και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.Σε αυτή τη βάση ό,τι προσκόμματα διαμορφώνονται στη λειτουργία των τραπεζών βασιζόμενα σε λαϊκίστικα πλαίσια, στην πράξη μετακινούνται ως προσκόμματα στην ίδια την οικονομία.Η γενική αρχή επιβάλλει το κράτος και τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης να διαμορφώνουν το πλαίσιο λειτουργίας των πιστωτικών ιδρυμάτων καθορίζοντας τα όρια δράσης και φυσικά τους ελεγκτικούς μηχανισμούς.Από εκεί και μέχρι του σημείου να στοχοποιούνται οι τράπεζες επειδή έχουν κέρδη, να διασύρονται επειδή χρηματοδοτούν, να επιπλήττονται γιατί αντλούν ρευστότητα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και να λοιδορούνται γιατί δεν εφαρμόζουν φιλολαϊκή πολιτική υπάρχει μεγάλη απόσταση.Δύο κλασικά παράδειγμα δείχνουν ότι άλλο είναι να υπάρχει έλεγχος και δομημένα σωστά πλαίσιο λειτουργίας των πιστωτικών ιδρυμάτων και άλλο να υπάρχουν επεμβάσεις στη λειτουργία και την πολιτική τους.Το πρώτο έχει να κάνει με τις συστάσεις της κεντρικής τράπεζας προς τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα να μην αντλούν υπερβολική ρευστότητα από την ΕΚΤ.Η προτροπή ήταν να συμμετέχουν λελογισμένα στην τελευταία ετήσια (15 Δεκεμβρίου) με σταθερό επιτόκιο και χωρίς ποσοτικούς περιορισμούς χορήγηση ρευστότητας από την ΕΚΤ.Θεωρώντας ότι η μέχρι τις αρχές Δεκεμβρίου άντληση ρευστότητας ήταν υπερβολική μιας και έφθανε τα 38 δισ. ευρώ ή το 7,9% του ενεργητικού τους η Τράπεζα της Ελλάδος δημόσια απηύθυνε συμβουλές λελογισμένης χρήσης των μηχανισμών ρευστότητας.Η λαϊκίστικη προσέγγιση μίας μερίδας πολιτικών και παραοικονομικών αναλυτών θεωρεί μεμπτό ότι η άντληση ρευστότητας με επιτόκιο 1% από την ΕΚΤ και η αγορά ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου με επιτόκιο 5% προσφέρει έσοδα χωρίς κανέναν κόπο και χωρίς κανένα ρίσκο.Συνεχίζουν λέγοντας ότι κάλλιστα αυτά τα χρήματα θα μπορούσαν να αυξήσουν τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας.Κατ' αρχήν για να χορηγείς δάνεια θα πρέπει κάποιοι να ζητούν δάνεια και κυρίως εάν ζητούν να έχουν υψηλή πιστοληπτική ικανότητα για να τα αποπληρώσουν.Επιπλέον τα κέρδη που αποκομίζονται από την αγορά ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου κινούνται μέσα στη λογική της καλύτερης επιλογής που εκ του καταστατικού τους και εκ της ευθύνης που έχουν έναντι των μετοχών τους είναι υποχρεωμένες να πορεύονται.Το δεύτερο έχει να κάνει με νομοσχέδια που επεμβαίνουν στη λειτουργία των τραπεζικών ιδρυμάτων όπως τα τελευταία για την υπερχρέωση νοικοκυριών και επιχειρήσεων και για την αποπληρωμή των υποχρεώσεών τους.Το ελληνικό Δημόσιο όταν θέλει να κάνει φιλολαϊκή πολιτική οφείλει να την κάνει με δικά του μέσα και κυρίως αναλαμβάνοντας το κόστος των πρακτικών του.Είναι αδιανόητο να επιρρίπτεται το κόστος των κυβερνητικών επιλογών στην κερδοφορία των τραπεζικών επιχειρήσεων.Είναι εξωπραγματικό το κράτος να επεμβαίνει ακόμη και στις υγιώς αποπληρωμένες δανειακές συμβάσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών μόνο και μόνο για να κερδίσει πολιτικές εντυπώσεις.Οποιος θέλει να κάνει κοινωνική πολιτική πρέπει να την πληρώνει με ίδιους πόρους και όχι με πόρους ιδιωτικών φορέων.Οι λαϊκίστικες προσεγγίσεις πρέπει να σταματήσουν.Το εγχώριο πιστωτικό σύστημα είναι ο βασικός πυλώνας της ελληνικής οικονομίας και ως τέτοιος θα πρέπει να αντιμετωπίζεται.Δεν μπορεί να υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά.Δεν μπορεί από την μία να κατηγορούμε τις τράπεζες ότι δεν χρηματοδοτούν απλόχερα και φθηνά την πραγματική οικονομία και από την άλλη να κάνουμε οτιδήποτε αυξάνει τις επισφάλειες και μειώνει την κερδοφορία τους.Κυρίως πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη στις τράπεζες και να μην μένουμε στις εντυπώσεις μίας αναφοράς.Εγινε, για παράδειγμα, λόγος για τη χρηματοδότηση των τραπεζών από τη στιγμή που τα μη συμβατικά μέσα της ΕΚΤ πάρουν τέλος, δεδομένου ότι οι ετήσιες χρηματοδοτήσεις θα πάρουν τέλος με τη δημοπρασία του Δεκεμβρίου 2009 και οι εξαμηνιαίες θα πάρουν τέλος τον Μάρτιο του 2010.Οπως είναι γνωστό, οι πηγές χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών με στοιχεία άνοιξης 2009, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους 62,2 %, προέρχονται από τις καταθέσεις και ακολουθούν η διατραπεζική αγορά με ποσοστό 14,7% και τα ομόλογα κατά 10,3%.Από αυτό συνάγεται ότι ακόμη και όταν τα νομισματικά μέσα της Ευρωπαϊκής Ενωσης αποσυρθούν, οι ελληνικές τράπεζες έχουν ισχυρό εγχώριο σύστημα πηγών άντλησης κεφαλαίων.
Ο Σαράντος Λέκκας είναι οικονομολόγος
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 3/1/2010)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου