Κυριακή 16 Μαΐου 2010

Η άστοχη χρήση οικονομικών όρων.
Του Σαράντου Λέκκα
Καθημερινά ακούμε για διάφορους οικονομικούς όρους οι οποίοι πρέπει, υπό φυσιολογικές συνθήκες, άλλοτε να περιγράφουν την πραγματικότητα και άλλοτε να δίνουν το στίγμα των προσδοκιών όσων τους χρησιμοποιούν.Το θέμα είναι εάν χρησιμοποιούνται ορθά και κυρίως εάν όσα προβάλλουν έχουν σχέση με την ελληνική οικονομία.Μία ψευδαίσθηση των τελευταίων μηνών είναι πως το σχέδιο στήριξης των ελληνικών τραπεζών, καθώς και η άντληση κεφαλαίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, πρέπει να αυξήσουν την προσφορά χρήματος στην ελληνική οικονομία.Την χαρακτηρίσαμε ψευδαίσθηση διότι η παραπληροφόρηση είναι πιο κακόηχη λέξη. Τα πράγματα είναι απλά.Οταν αναφερόμαστε στη νομισματική βάση, στην ουσία αναφερόμαστε στα τραπεζογραμμάτια και κέρματα που βρίσκονται στα χέρια τού μη τραπεζικού χώρου, αυτά που οι οικονομολόγοι ονομάζουν νομισματική κυκλοφορία και στα ρευστά διαθέσιμα των τραπεζών.Οταν αυξάνοντα τα ρευστά διαθέσιμα των τραπεζών απλά αυξάνεται η νομισματική βάση και σε καμία περίπτωση η προσφορά χρήματος.Οταν για παράδειγμα οι τράπεζες αντλούν ρευστότητα από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα με εγγύηση ομόλογα που έχουν στην κατοχή τους ή με εγγύηση ομόλογα - προϊόντα του σχεδίου στήριξης της ρευστότητάς τους απλά θα αυξηθούν τα διαθέσιμά τους.Δηλαδή, όπως λένε και οι οικονομολόγοι, θα αυξηθεί το πρωτογενές χρήμα.Πότε θα έχουμε αύξηση της προσφοράς χρήματος ή όπως αποκαλείται, αύξηση του δευτερογενούς ή τραπεζικού χρήματος;Θα έχουμε μόνο όταν η πλεονάζουσα ρευστότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων, δηλαδή η ποσότητα που απομένει όταν παρακρατηθούν τα υποχρεωτικά διαθέσιμα μέσω νέων χορηγήσεων, δοθεί σε νομικά και φυσικά πρόσωπα.Παρά τις, περί του αντιθέτου, φήμες ακόμη και στα δύσκολα έτη της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης 2008 και 2009 η πιστωτική επέκταση, δηλαδή ο νέος δανεισμός, δεν μηδενίσθηκε ούτε πέρασε σε αρνητικό πρόσημο.Μπορεί οι χορηγήσεις να προσγειώθηκαν σε γήινα επίπεδα, πλην όμως συνέχισαν να τροφοδοτούν την ελληνική οικονομία με νέο χρήμα.Σε αντίθεση με την ευρωζώνη, όπου η προσφορά χρήματος απέκτησε αρνητικό πρόσημο κατά το κρίσιμο έτος 2009, ενώ σε οριακά επίπεδα καταγράφονταν το 2008.Στη βάση των ανωτέρω στην ελληνική αγορά συνεχίζονται οι χρηματοδοτήσεις, πλην όμως συγκρινόμενες με το πρόσφατο παρελθόν είναι πιο λελογισμένες.Ενας δεύτερος όρος που κατακρεουργείται είναι ο όρος αποπληθωρισμός.Ως συνταγή εξόδου από την τρέχουσα κρίση τον συγκεκριμένο όρο χρησιμοποίησε ο επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου κ. Στρος-Καν στα μέσα Απριλίου 2010.Γύρω από αυτόν τον όρο πλάθηκαν δεκάδες σενάρια με έντονα στοιχεία καταστροφολογίας.Ορισμένοι, δε, έπεσαν από τα σύννεφα ως να άκουγαν κάτι εξωπραγματικό, η δε έκπληξή τους ήταν τόσο μεγάλη που ούτε τη στοιχειώδη αυτοπροστασία των υποκριτών δεν έλαβε υπόψη.O αποπληθωρισμός μπορεί να οριστεί ως το αντίθετο του πληθωρισμού, δηλαδή ως μία διαδικασία μείωσης του γενικού επιπέδου των τιμών με την πάροδο του χρόνου.Συνήθως οφείλεται στη μείωση της ζήτησης για αγαθά και υπηρεσίες που συντελείται για διαφόρους λόγους και η οποία υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να πωλούν τα προϊόντα τους σε χαμηλότερες τιμές.Η μείωση της ζήτησης μπορεί να προέλθει από τη μείωση των πραγματικού εισοδήματος μέσω μείωσης των μισθών, αύξησης φορολογίας, αύξησης ασφαλιστικών εισφορών.Στην ουσία η δήλωση του κ. Στρος-Καν δημιούργησε αναταραχή, αφού μέσω της χρησιμοποίησης του όρου αποπληθωρισμός υποκρύπτονταν η μείωση μισθών και συντάξεων.Το εντυπωσιακό ή μάλλον υποκριτικό είναι ότι ενώ ο όρος αποπληθωρισμός εντυπωσίασε και οδήγησε σε ακραίες δηλώσεις οικονομικού πατριωτισμού, δεν έγινε το ίδιο με τη χρησιμοποίηση οικονομικών όρων, που κατά διαστήματα φυσικά και νομικά πρόσωπα σε Ελλάδα και εξωτερικό χρησιμοποιούν ως λύσεις στο πρόβλημα της χώρας μας.Γιατί δεν μας προβληματίζουν οι νουθεσίες για βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, για μείωση του ανοίγματος του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών της χώρας, για αλλαγή αναπτυξιακού μοντέλου, κ.τ.λ., αφού στην ουσία υποκρύπτουν ακριβώς την ίδια συνταγή;Οταν στον ευρωπαϊκό Νότο το ευρώ είναι υπερτιμημένο κατά 30% περίπου και όταν η υιοθέτηση του κοινού νομίσματος δεν επιτρέπει διαδικασίες εξωτερικής υποτίμησης του νομίσματος, τότε όποιον όρο και εάν χρησιμοποιήσουμε η συνταγή αντιμετώπισης του προβλήματος περνά μέσα από τη μείωση της αγοραστικής δύναμης και της μείωσης των τιμών.Αυτό επιβάλλουν η πραγματικότητα και ο ρεαλισμός και αυτό πρέπει να αποδεχτούμε όλοι μας ανεξαρτήτου κόστους.
Ο κ. Σαράντος Λέκκας είναι οικονομολόγος
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΣΤΙΣ 16/5/2010)

Δεν υπάρχουν σχόλια: